Δευτέρα 9 Φεβρουαρίου 2015

Νινέτ

Στο πλαίσιο της διδασκαλίας του αποσπάσματος του σχολικού ανθολογίου από τη "Νινέτ" της Ζωρζ Σαρή οι μαθητές και οι μαθήτριες της Α' γυμνασίου ζωγράφισαν σκηνές που τους έκαναν εντύπωση, έγραψαν μια σελίδα στο ημερολόγιο της Νινέτ ή συνέχισαν τον διάλογο ανάμεσα στη μητέρα και την κόρη, με τον οποίο κλείνει το απόσπασμα.

Το ταξίδι με το τρένο
Π. Γιώργος, Α2

Ο δρόμος για το Παρίσι
Λ. Κώστας, Α2

Τα περίχωρα του Παρισιού
Π. Πάνος, Α2

Η Νινέτ στο τρένο
Σ. Αντώνης, Α3

Η Νινέτ κρυφακούει...
Χ. Θοδωρής. Α3

Κ. Δόμνα, Α1

Τα ανάμεικτα συναισθήματα της Νινέτ
Τ. Ειρήνη, Α3

ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΝΙΝΕΤ
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
   Σήμερα είναι η καλύτερη μέρα της ζωής μου! Είμαι τόσο ευτυχισμένη! Ενώ μέχρι πριν λίγο στενοχωριόμουν που η μαμά με στέλνει εσώκλειστη στο Παρίσι, τώρα νιώθω ανακουφισμένη. Τα άκουσα όλα! Όταν η μαμά μιλούσε στον θείο, έκανα πως κοιμόμουν και την άκουσα να λέει ότι η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής της ήταν όταν με γέννησε! Το πιστεύεις; Τόσα χρόνια πίστευα αυτόν τον παλιο-Κόλια και τις χαζομάρες του, αλλά τελικά αυτή είναι η αληθινή μου μανούλα! Έχω ενθουσιαστεί! Δε με νοιάζει καθόλου που θα πάω μόνη μου εκεί που με στέλνουν, αρκεί που ξέρω επιτέλους την αλήθεια… 
   Ξέρεις και κάτι άλλο; Είπε ότι είμαι το θαύμα της ζωής της και η αγαπημένη της κόρη. Δεν μπορούσα να πιστέψω στα αυτιά μου! Εκείνη τη στιγμή ήθελα τόσο πολύ να την αγκαλιάσω, αλλά δεν το έκανα, γιατί θα καταλάβαινε ότι κρυφάκουγα και μπορεί να θύμωνε μαζί μου... Οπότε τώρα ξέρω την πιο συγκλονιστική πληροφορία για τη ζωή μου, αλλά δεν μπορώ να τη μοιραστώ με κανέναν, παρά μόνο μαζί σου. Δεν πειράζει! Μου αρκεί… 
Κ. Μαριάννα. Α1

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
   Δε θα πιστέψεις τι έγινε  σήμερα! Τα ξημερώματα ξύπνησα από έναν τρομερό εφιάλτη. Είδα πως ήμουν σε μια απέραντη θάλασσα. Μαζί μου ήταν πολύς γνωστός κόσμος, αλλά πουθενά η μαμά. Ο καπετάνιος κολυμπούσε  στο πλάι μου και μου είπε ότι η μαμά μου πνίγηκε, και η κυρία Περσεφόνη γελούσε! Πήγα να φωνάξω βοήθεια, αλλά το στόμα μου ήταν γεμάτο νερό… Τότε άνοιξα τρομαγμένη τα μάτια μου και είδα τη μητέρα μου στο παράθυρο να κλαίει. Προτίμησα να κάνω πως κοιμάμαι, γιατί ήθελα να μάθω τι συμβαίνει. Το ένστικτό μου τελικά δεν έκανε λάθος…
   Σε κάποια στιγμή ήρθε ο θείος μου, ο Προσπέρ. Έκαναν με τη μαμά μια συζήτηση η οποία αφορούσε εμένα. Αποκλειστικά εμένα! Η μητέρα μου έλεγε πως ήμουν το θαύμα της ζωής της, η αδυναμία της, η αγάπη της… η ευτυχία που ήρθε στη ζωή της! Οι αμφιβολίες που έβαλε στην καρδιά μου ο παλιο-Κόλιας σε σχέση με την καταγωγή μου διαλύθηκαν! Σκέψου, μέχρι τώρα πίστευα πως η βιολογική μητέρα μου ήταν μια τσιγγάνα...
   Ξαφνικά μου έφυγε ο θύμος, η αμφιβολία, η πίκρα. Όλα αυτά τα πήρε ο άνεμος μακριά… Τώρα τα αρνητικά συναισθήματα  τα αντικατέστησαν η χαρά, η ευτυχία και η ανακούφιση. Σκέφτηκα πως ήμουν κουτή και χαζή που πίστεψα τα λόγια του άτιμου του Κόλια. Το μόνο που σκέφτομαι πλέον είναι να ζητήσω ένα συγγνώμη από τη μαμάκα μου για την κακή συμπεριφορά μου  και να της χαρίσω μια μεγάλη αγκαλιά!
Ν. Μαρία, Α2

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
   Σήμερα, που έφτασα πια στο τέλος του ταξιδιού μου, μπορώ επιτέλους να γράψω τα συγκλονιστικά μου νέα!
   Τη χθεσινή νύχτα την πέρασα στο τρένο. Με τη μαμά και τον θείο Προσπέρ ταξιδεύαμε προς το Παρίσι. Μοιραζόμουν με τη μητέρα μου ένα άνετο βαγκόν λι. Το ταξίδι ήταν αρκετά ευχάριστο και η  θέα από το παράθυρο εξαιρετική! Εγώ ξύπνησα πολύ νωρίς. Είχα δει έναν τρομακτικό εφιάλτη. Τόσο πολύ τρόμαξα, που δεν μπόρεσα να ξανακοιμηθώ. Κολυμπούσα, λέει, σε μια θάλασσα μαζί με πολύ κόσμο. Οι περισσότεροι μού ήταν γνωστοί. Όμως, όπου κι αν κοίταζα, δεν έβρισκα τη μαμά μου. Ο καπετάνιος που ήταν δίπλα μου μου είπε ότι πνίγηκε… Ξαφνικά, άρχισα να βουλιάζω! Έκανα να φωνάξω βοήθεια, αλλά το στόμα μου είχε γεμίσει νερό και δεν έβγαινε ήχος. Όταν ξύπνησα, με είχε λούσει κρύος ιδρώτας και η καρδιά μου χτυπούσε πολύ γρήγορα. Ήθελα να τρέξω στη μαμά μου να με παρηγορήσει, αλλά τον τελευταίο καιρό ήμασταν συνέχεια μαλωμένες και δίστασα. 
   Λίγο αργότερα, ξύπνησε και η μαμά μου. Αφού ντύθηκε, περπάτησε αφηρημένα ως το παράθυρο και άρχισε να χτενίζει τα υπέροχα, ξανθά μαλλιά της με τα δάχτυλά της. Έκλαιγε. Εγώ όλη αυτή την ώρα έκανα την κοιμισμένη, ώστε να μην καταλάβει ότι είχα ξυπνήσει. Ο λόγος που το έκανα αυτό; Ούτε εγώ δεν ξέρω... Μάλλον ένιωθα πως κάτι ξεχωριστό θα συμβεί και ήθελα να καταλάβω την αιτία για τη δυστυχία της μητέρας μου. Αποφάσισα πως, ό,τι και να συνέβαινε, εγώ έπρεπε να το μάθω! 
   Δεν έμεινα πολύ με την απορία μου. Μετά από λίγο ο θείος Προσπέρ χτύπησε την πόρτα και μπήκε μέσα. Η μητέρα προσπάθησε να σταματήσει να κλαίει, για να μη δει ο αδερφός της πόσο λυπημένη ήταν, αλλά δεν τα κατάφερε. Τα δάκρυα έτρεχαν ασυγκράτητα στα μάγουλά της. Ο Προσπέρ έκανε πως δεν το πρόσεξε. Μετά τα τυπικά «Καλημέρα» και «Πώς κοιμηθήκατε» άρχισε μια συζήτηση, μια εξομολόγηση που ποτέ δε θα ξεχάσω. Το πρώτο που ανακάλυψα ήταν τι προκάλεσε τη στεναχώρια στη μαμά μου. Την είχαν κατακλύσει τύψεις και ενοχές. Τελικά, δεν ήθελε να με απομακρύνει από κοντά της… Πόσο περιττή είχα νιώσει όταν μου ανακοίνωσε την απόφασή της να με κλείσει οικότροφη σε ένα σχολείο με καλόγριες! Δεν μπορούσα να χωνέψω ότι οι αδερφές μου θα έμεναν μαζί με την οικογένεια, ενώ εγώ θα ήμουν σε άλλη χώρα… Βέβαια, έφταιγα κι εγώ που θα έφευγα, επειδή όλο τσίμπαγα τη μικρή μου αδερφή και μετά πήγαινα τάχα αθώα από πάνω της και έλεγα «Τι έπαθε η Ειρήνη μας και κλαίει;».
   Η κουβέντα συνεχίστηκε με τη μητέρα να περιγράφει στον Προσπέρ τη μέρα της γέννησής μου ως την καλύτερη και πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής της. Είπε ακόμα πως, παρόλο που έκλαιγα γοερά, πράγμα που τρόμαξε τον πατέρα μου, αυτή θεωρούσε το κλάμα μου τραγούδι. Τέλος παραδέχθηκε πως με αγαπάει όσο κανέναν άλλο στον κόσμο, πως με αγαπάει πιο πολύ από τις αδερφές μου και πως είμαι το «θαύμα της ζωής της»! 
   Το τι ένιωσα εκείνη την ώρα, δεν περιγράφεται... Ένα κύμα χαράς, ανακούφισης και ευτυχίας με διαπέρασε ολόκληρη. Ο χαζο-Κόλιας με είχε κοροϊδέψει λέγοντάς μου ότι είμαι παιδί μιας τσιγγάνας… Πόσο τον μίσησα που τόσα χρόνια με κρατούσε σε απόσταση από την αληθινή μου μαμά! Αλλά και από τις αδερφές μου με κράτησε μακριά… Με έκανε να τις ζηλεύω που ζούσαν με την κανονική τους μαμά. Άνοιξα τα μάτια μου και ένιωσα να τους αγαπάω όλους, τη μαμά μου, τις αδερφές μου, το Παρίσι! 
   Και το οικοτροφείο νιώθω πως θα το αγαπήσω, κι ας είμαι εδώ μόνο ένα απόγευμα. Οι καλόγριες είναι πολύ συμπαθητικές. Το μόνο που με στεναχωρεί τώρα που έμαθα την αλήθεια είναι ότι βρίσκομαι μακριά από την οικογένειά μου. Μακάρι να τα ήξερα νωρίτερα όλα αυτά... Σίγουρα θα είχα κάνει πολλά πράγματα αλλιώς, με πρώτο και καλύτερο τη διόρθωση της απαίσιας συμπεριφοράς μου προς όλους. Μόνο τον Κόλια δε θα συγχωρήσω ποτέ! Αντίθετα, εύχομαι να του είχα σκίσει όλα τα βιβλία του πιάνου του εκείνη τη μέρα…
   Είναι ώρα για ύπνο. Αυτή είναι η πρώτη μου νύχτα στο οικοτροφείο! Αφού θα περάσω εδώ πολλά χρόνια, πρέπει να αρχίσω να το συνηθίζω. Ευτυχώς που ξέρω καλά γαλλικά, αλλιώς η διαμονή μου εδώ θα ήταν πολύ πολύ δύσκολη… Καληνύχτα! 
Χ. Ειρήνη, Α3

Αγαπητό μου ημερολόγιο,
   Ακόμα δυσκολεύομαι να αποδεχτώ όλα αυτά που έμαθα όσο "κοιμόμουνα" μέσα στο βαγκόν λι…
   Τον ύπνο μου τη νύχτα διέκοψε ένας τρομερός εφιάλτης. Είδα πως πήγαινα μία κρουαζιέρα, όμως έγινε ένα ατύχημα με το πλοίο. Η κατάσταση που επικρατούσε ήταν μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα, κυριολεκτικά. Οι περισσότεροι επιβάτες βούτηξαν στη θάλασσα, μαζί κι εγώ. Για έναν περίεργο λόγο, οι περισσότεροι από αυτούς μου ήτανε γνωστοί. Έψαχνα, αλλά δεν μπορούσα να βρω τη μαμά μου. Φοβόμουν ότι πνίγηκε… Ε, και κάπου εκεί άνοιξα τα μάτια μου ταραγμένη να ψάξω τη μαμά. Εκείνη ξεπρόβαλε από το κρεβάτι της και στάθηκε μπροστά στο παράθυρο του βαγονιού. Δάκρυα έτρεξαν στα μάγουλά της… Τότε μου ήρθε η ιδέα να κάνω πως κοιμάμαι, μήπως καταλάβω γιατί ήταν τόσο στεναχωρημένη.
   Τις σκέψεις μου εκείνη τη στιγμή διέκοψε ένα ελαφρύ και διστακτικό χτύπημα στην πόρτα. Ήταν ο θείος Προσπέρ. Αμέσως πρόσεξε την ταραχή της αδερφής του. Η μαμά του εξομολογήθηκε πως τώρα πια που πλησιάζαμε στον προορισμό μας μπορούσε να παραδεχτεί πως διώχνει το παιδί της. Ο θείος τα ’χασε για λίγο και το μόνο που βρήκε να πει ήταν «Τι είναι αυτά που λες;». Η μαμά τον μάλωσε και του είπε να μη φωνάζει, γιατί νόμιζε η καημένη πως κοιμόμουνα. Εγώ, με τα μάτια κλειστά και σφαλισμένα σαν παραθυρόφυλλα, συνέχισα να προσποιούμαι την κοιμισμένη και να κρυφακούω με λαχτάρα...
   Η μαμά γύρισε τον χρόνο πίσω. Θυμήθηκε με μεγάλη συγκίνηση την ημέρα της γέννησής μου. Είπε στον θείο πως τη στιγμή που με αγκάλιασε για πρώτη φορά ένιωσε μοναδική. Αλλά το πιο συγκινητικό και αυτό που με συντάραξε περισσότερο ήταν που με χαρακτήρισε «το θαύμα της ζωής της»! Ένιωσα πως αυτό με ξεπερνάει… κι όμως κρατήθηκα, και δε σηκώθηκα να τη σφίξω στην αγκαλιά μου και να της εξομολογηθώ πόσο δύσκολο μου ήταν να της εκφράσω την αγάπη μου, μετά από αυτά που μου είχε πει ο παλιο-Κόλιας.
   Σε κάθε πρόταση που έλεγε η μαμά, υπήρχα κι εγώ. Όλα η Νινέτ! Και στις τρεις γέννες της η μαμά ένιωθε ευτυχισμένη, όμως στης Νινέτ... Αγαπάει και τις τρεις κόρες της, αλλά η Νινέτ είναι η κρυφή αδυναμία της. Η Νινέτ έκανε την Έμμα να νιώθει μοναδική!
   Αυτή είναι η αλήθεια λοιπόν! Με γέμισε μια απίστευτη συγκίνηση και ανακούφιση. Πόσο με βασάνισαν μέχρι τώρα οι σκέψεις για την τσιγγάνα μάνα μου! Αχ,... αυτός ο χαζός, ο βλάκας ο Κόλιας φταίει για τον κατάμαυρο μανδύα της πίκρας και του θυμού που σκέπαζε και φυλάκιζε για πολλά χρόνια τα αισθήματά μου για τη μητέρα μου. Νομίζω πως πια, ναι, μπορώ να νιώθω ευτυχισμένη!
Χ. Νεφέλη, Α3

Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΜΜΑ ΚΑΙ ΤΗ ΝΙΝΕΤ
-Ξύπνησες, κόρη μου;
-Καλημέρα, μανούλα...
-Καλημέρα, κοριτσάκι μου! Κοιμήθηκες καλά;
-Εεε…, ναι!
-Έχεις κάτι;
-Θα σου πω… Όμως δε θέλω να με μαλώσεις.
-Όχι, δε θα σε μαλώσω! Πες μου, τι σου συμβαίνει;
-Εσύ νόμιζες ότι κοιμάμαι ενώ μιλούσατε με τον θείο Προσπέρ, αλλά εγώ ήμουν ξύπνια και σας άκουγα… Θέλω να ξέρεις ότι αυτά που άκουσα με βοήθησαν να καταλάβω την αλήθεια.
-Την αλήθεια; Ποια αλήθεια;
-Τόσον καιρό πίστευα ότι είμαι παιδί μιας τσιγγάνας!
-Τι είναι αυτά που λες, Νινετάκι μου; Από πού κι ως πού;
-Μου το είχε πει ο Κόλιας στη Μοτοβίλοβσκα.
-Το παλιόπαιδο…
-Μανούλα μου, δε θα πιστεύω πια κανέναν άλλο, εκτός από σένα!
Α. Γιώργος, Α1

-Ξύπνησες, κόρη μου;
-Καλημέρα μανούλα… Ξέρεις, κάτι με απασχολεί…
-Τι είναι, καλή μου; Πες μου!
-Να, έχω αγωνία… Πώς θα είναι το οικοτροφείο; Θα μου αρέσει;
-Σίγουρα! Στο ίδιο οικοτροφείο πήγα κι εγώ στην ηλικία σου. Είναι ωραία, θα δεις…
-Είναι και κάτι άλλο… Θα μου λείψεις πολύ, μανούλα…
-Κι εμένα, κοριτσάκι μου… Μην ανησυχείς, θα σε επισκέπτομαι συχνά! 
-Μαμά… Σ’ αγαπώ πολύ!
-Κι εγώ, καρδούλα μου… Κι εγώ!
Μ' αυτά τα λόγια η Έμμα έσφιξε τη Νινέτ στην αγκαλιά της. Δάκρυα έτρεξαν στα μάγουλά τους…
Κ. Κυριακή, Α1

-Ξύπνησες, κόρη μου;
-Καλημέρα, μανούλα…
-Συγγνώμη, κοριτσάκι μου, που πρέπει να πας στο οικοτροφείο, αλλά δε γίνεται αλλιώς…
-Δεν πειράζει μανούλα! Πάντα θα σ' αγαπώ πολύ…
-Κι εγώ, Νινετάκι μου! Θα σου στέλνω συχνά γράμματα να σου λέω τι γίνεται στο σπίτι.
-Κι εγώ θα σου γράφω τι μαθαίνω και τι κάνω στο οικοτροφείο! Μαμά, μπορείς να με επισκέπτεσαι πού και πού…
-Φυσικά, κόρη μου, θα έρχομαι τακτικά να σε βλέπω! Μην ανησυχείς, δε θα σε ξεχάσω…
-Ούτε εγώ, μανούλα!
Μπ. Οδυσσέας, Α2

-Ξύπνησες, κόρη μου;
-Ναι, μανούλα…
-Θα μπορέσεις ποτέ να με συγχωρήσεις που σε στέλνω στο οικοτροφείο, μακριά μας;
-Μα και βέβαια! Είσαι η μητέρα μου, είσαι ό,τι πολυτιμότερο είχα και θα έχω!
-Αχ Νινέτ μου, είσαι ό,τι πιο όμορφο και τρυφερό έχει συμβεί στη ζωή μου! Χαίρομαι τόσο πολύ που έχω μια τέτοια κόρη!
-Μα τι λόγια είναι αυτά που λες, μανούλα μου; Εγώ θα έπρεπε να χαίρομαι, που έχω μια τόσο όμορφη και καλή μητέρα σαν εσένα!
-Ψυχή μου, με συγκινεί πολύ που επικοινωνούμε και πάλι! Τώρα δε θα αφήσω τίποτα και κανέναν να μας χωρίσει! 
Ντ. Λίνο, Α2

-Ξύπνησες, κόρη μου; 
-Καλημέρα, μανούλα…
-Πώς κοιμήθηκες, μικρούλα μου;
-Εμ.. Όχι και τόσο καλά… Είδα έναν εφιάλτη. Ήμουν λέει σε μια τεράστια θάλασσα και γύρω μου πολλοί άνθρωποι, αλλά εσύ δεν ήσουν πουθενά. Μου είπαν ότι είχες πνιγεί! Τρόμαξα και ξύπνησα λίγο απότομα…
-Μη φοβάσαι Νινέτ, θα είμαι πάντα κοντά σου για να σε προσέχω και να σε προστατεύω.
-Αλήθεια, μανούλα;
-Αλήθεια!
-Να σε ρωτήσω, μαμά… Φτάνουμε; Πείνασα…
-Σε λίγα λεπτά θα έχουμε φτάσει. Άντε, ντύσου τώρα, και μόλις φτάσουμε θα πάμε να φάμε κρουασάν με σοκολάτα!
-Τέλεια! Μαμά, θα ήθελα να μου φτιάξεις και τα μαλλιά. Πλεξούδες θέλω. Δύο. Γαλλικές! Παρίσι, έρχομαι...
Τ. Ολυμπία, Α3

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.