Τρίτη 30 Αυγούστου 2022

Στη μηχανή του χρόνου - Από τον Μ. Κωνσταντίνο στον Ιουστινιανό και τον Ηράκλειο

Η μηχανή του χρόνου ταξίδεψε τους μαθητές και τις μαθήτριες της Β΄ Γυμνασίου στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου και του Ιουστινιανού! Από τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης και της Αγίας Σοφίας μέχρι τη Στάση του Νίκα και τον Ηράκλειο, η βυζαντινή ιστορία "ζωντανεύει" μέσα από σελίδες ημερολογίου, αφηγήσεις και επιστολές, τις οποίες έγραψαν τα παιδιά αναλαμβάνοντας ρόλο πρωταγωνιστή, αυτόπτη μάρτυρα των ιστορικών γεγονότων ή αφανούς ήρωα.

Από το ημερολόγιο του Κωνσταντίνου Α΄
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
   Μετά από τόσες προετοιμασίες, σήμερα, ανήμερα της εορτής του αγίου Μωκίου, τελέστηκαν τα εγκαίνια της Νέας Ρώμης. Η πρωτεύουσά μου έχει τα πάντα: εντυπωσιακές λεωφόρους, ιππόδρομο, δεξαμενές και λουτρά για δημόσια χρήση, αλλά και πολλές εκκλησίες. Ναι, σ’ αυτή την πόλη θα βασιλεύει η ανεξιθρησκία, όπως αποφασίστηκε με το διάταγμα των Μεδιολάνων, και οι Χριστιανοί θα έχουν το δικαίωμα να ασκούν ελεύθερα τη λατρεία τους, όπως και οι οπαδοί των άλλων θρησκειών… Επιπλέον, τα επιβλητικά κτίρια, αλλά και τα έργα τέχνης από όλη την αυτοκρατορία, με τα οποία τη στόλισα, πιστεύω πως της δίνουν ιδιαίτερη λάμψη. Το αποτέλεσμα δικαιώνει τους κόπους που καταβλήθηκαν, μάλιστα θα έλεγα πως ξεπερνάει τις προσδοκίες μου. Νιώθω περήφανος και συγκινημένος που το όραμά μου έγινε πραγματικότητα!


   Μαζί με τα μέλη της αυτοκρατορικής αυλής, όλοι ντυμένοι μεγαλόπρεπα, κατευθυνθήκαμε στο κέντρο της αγοράς, στο φόρουμ. Εκεί πραγματοποιήθηκε η τελετή αφιέρωσης της στήλης με το άγαλμά μου στην κορυφή της, ακριβώς στο σημείο όπου είδα το όραμα που με καθοδήγησε να οριοθετήσω τη νέα πόλη.


   Πλήθος κόσμου με αποθέωνε ζητωκραυγάζοντας. Είναι αλήθεια πως στους εορτασμούς για τα εγκαίνια δε λυπήθηκα τα έξοδα. Ήθελα όλοι όσοι παρευρέθηκαν να θυμούνται για πάντα την ιστορική αυτή στιγμή!
   Είμαι σίγουρος πως αυτή η πόλη σύντομα θα ξεπεράσει το πρότυπό της, την Παλιά Ρώμη, και θα έχει λαμπρό μέλλον. Στους αιώνες που θα έρθουν όλοι θα τη θαυμάσουν και πολλοί θα προσπαθήσουν να τη διεκδικήσουν, θα την προστατέψουν όμως τα ισχυρά τείχη, με τα οποία την έχω περιβάλλει…


Μ. Μάρθα, Β3

Ήμουν κι εγώ εκεί... στη Στάση του Νίκα
Μία από τις γυναίκες στην ακολουθία της Θεοδώρας θυμάται…
   Ήταν 15 Ιανουαρίου του 532. Η Κωνσταντινούπολη έβραζε… Οι δήμοι ήταν αυτοί που ξεσήκωναν τον λαό. Κάποιοι, μέλη και των Βένετων και των Πράσινων, είχαν συλληφθεί με την κατηγορία του φόνου. Ο αυτοκράτοράς μας, δείχνοντας μεγάλη ανοχή, απέφυγε να επιβάλει την προβλεπόμενη από τον νόμο θανατική ποινή, αλλά τους έριξε στη φυλακή. Οι δήμοι όμως δεν έμειναν ικανοποιημένοι. Έφτασαν στο σημείο να απαιτούν την πλήρη απαλλαγή των μελών τους από τις κατηγορίες! Πώς μπορούσε να δεχτεί κάτι τέτοιο ο Ιουστινιανός;
   Παρόλα αυτά, οι αγώνες εκείνη τη μέρα έγιναν. Ο αυτοκράτορας ήταν ήδη έτοιμος, ενώ η κυρία μου, η Θεοδώρα, περίμενε να της πάω την καλή της πορφύρα για να τον συνοδέψει. Σκεφτόμουν πως θα έπρεπε κι εγώ να φορέσω τον χοντρό μου χιτώνα, γιατί είχε πολύ κρύο…


   …Μπήκαμε στον ιππόδρομο και ανεβήκαμε στο αυτοκρατορικό θεωρείο. Ο θόρυβος ήταν εκκωφαντικός. Με το που εμφανίστηκε ο αυτοκράτορας, πάνω από 60.000 πόδια χτυπούσαν ρυθμικά στα διαζώματα, ενώ συνθήματα εναντίον του ξεχώριζαν μέσα στην οχλοβοή. Ο Ιουστινιανός προσπάθησε να μιλήσει στο πλήθος, αλλά μάταια. Η κατάσταση είχε ξεφύγει και η αυτοκρατορική φρουρά μάς φυγάδεψε άρον άρον στο παλάτι. Πίσω μας το σύνθημα «Νίκα, νίκα!», που ακούγεται στις αρματοδρομίες, αντηχούσε σε όλη την πόλη.


   Βρεθήκαμε παγιδευμένοι στο παλάτι. Τα νέα που έφταναν ήταν τρομερά… Χάος και αναρχία επικρατούσε παντού. Μάθαμε ότι το εξαγριωμένο πλήθος λεηλατεί την αγορά και πυρπολεί περιοχές της Βασιλεύουσας, κτίρια όπως το Μέγαρο της Συγκλήτου, επαύλεις ευγενών, ακόμα και την ίδια την Αγία Σοφία! Το χειρότερο, οι στασιαστές θα έφερναν τον Υπάτιο στον ιππόδρομο για να τον στέψουν αυτοκράτορα.
   Μέσα στον αναβρασμό και τον φόβο που κυριαρχούσε, η αυτοκράτειρα δεν έχασε την ψυχραιμία της. Λαμπροντυμένη όπως ήταν, μου ζήτησε να την ακολουθήσω στη μεγάλη αίθουσα του παλατιού. Ο Ιουστινιανός βημάτιζε πέρα δώθε, ανίκανος να ελέγξει την κατάσταση. Παραδέχτηκε πως σκέφτεται να εγκαταλείψουν την Πόλη για να σωθούν και της ζήτησε να ετοιμαστεί. Αλλά αυτή… Δεν ξεχνώ τα λόγια που του είπε:
«Ακόμη και τη στιγμή που δε θα έχουμε άλλη σωτηρία από τη φυγή, εγώ δε θα ήθελα να φύγω. Αυτοί που φόρεσαν κάποτε το στέμμα δεν πρέπει ποτέ να ζουν ύστερα από τον χαμό του. Ποτέ δε θα δω την ημέρα που θα πάψουν να με χαιρετούν με τον τίτλο της αυτοκράτειρας. Αν εσύ, Καίσαρ, θέλεις να φύγεις, μπορείς να το κάνεις. Χρήματα έχεις, τα καράβια είναι έτοιμα, η θάλασσα είναι ανοιχτή. Όσο για μένα, θα μείνω. Μ’ αρέσει αυτή η παλιά παροιμία που λέει πως καλός τάφος είναι αυτός στην πορφύρα».


   Η αγέρωχη αυτή στάση της γυναίκας του είχε άμεση επίδραση στον αυτοκράτορα. Σαν να ξύπνησε από λήθαργο, κάλεσε αμέσως του στρατηγούς του, τον Βελισάριο και τον Μούνδο, για να οργανώσουν την καταστολή της εξέγερσης, με κάθε τρόπο.
   Τα υπόλοιπα τα έμαθα από τον αδελφό μου, που ήταν ένας από τους στρατιώτες του Μούνδου. Με καλυμμένα τα σπαθιά τους, μπήκαν απαρατήρητοι στον ιππόδρομο, όπου δεκάδες χιλιάδες στασιαστές είχαν μαζευτεί για να ορκίσουν τον νέο αυτοκράτορα, και ανακατεύτηκαν με το πλήθος. Οι στρατηγοί έδωσαν εντολή να κλείσουν οι πύλες του ιπποδρόμου και η μεγάλη σφαγή άρχισε… Σαν αφηνιασμένοι, όλοι όρμησαν προς τις πύλες να σωθούν, αλλά τις βρήκαν κλειστές. Σπαραχτικές κραυγές αντηχούσαν, πτώματα σωριάζονταν το ένα πάνω στο άλλο. Πάνω από 30.000 άνθρωποι βρήκαν τον θάνατο τη μέρα εκείνη. Η Στάση του Νίκα πνίγηκε στο αίμα…


   Μετά απ’ όλα αυτά, ο αυτοκράτορας ήταν επόμενο να περιορίσει τη δύναμη των δήμων, ώστε, παντοδύναμος πια, να αφοσιωθεί στο νομοθετικό του έργο και στην ανοικοδόμηση της Κωνσταντινούπολης, με κορυφαία την ανέγερση του λαμπρού ναού της Αγίας Σοφίας. Πάντως, εγώ ποτέ δε θα ξεχάσω, όσα χρόνια κι αν περάσουν, τη στάση της Θεοδώρας, ούτε τα συγκλονιστικά γεγονότα που έζησα!
Λ. Ξένια, Β3

Η πιστή υπηρέτρια της Θεοδώρας θυμάται…
   Εκείνη τη μέρα η κυρά μου μπήκε αναστατωμένη στην κάμαρά της. Τα ρούχα της ήταν τσαλακωμένα και το χτένισμά της είχε χαλάσει. Ήταν αμίλητη και σοβαρή. Στο βλέμμα της έβλεπες τον θυμό και την αποφασιστικότητα. Δεν τόλμησα να της μιλήσω. Δεν ήξερα τι να της πω. Είχα μάθει τι είχε συμβεί…
   Κάθισε στον καθρέφτη της και κοίταξε τον εαυτό της κατάματα. Δάκρυα κύλησαν στα μαγουλά της, χωρίς όμως να βγάλει λέξη. Πήγα από πίσω της, να της χτενίσω τα ακατάστατα μαλλιά της. Μύριζαν λεβάντα και τριαντάφυλλο. Έξω από το παλάτι οι κραυγές του εξαγριωμένου όχλου δονούσαν την ατμόσφαιρα της Πόλης, ΝΙΚΑ, ΝΙΚΑ, ΝΙΚΑ, ξανά και ξανά...
   Ξέρω ότι πολλοί κατηγόρησαν την κυρά μου για τη σφαγή που ακολούθησε και έβαψε τον Ιππόδρομο με το αίμα των στασιαστών. Εγώ όμως, που τη φροντίζω κάθε μέρα, την ξέρω όσο λίγοι μέσα στα ανάκτορα. Ξέρω τις δυσκολίες που έχει περάσει, τα μαθήματα ζωής που έχει πάρει από μικρή στα καταγώγια του Ιπποδρόμου και στα παρασκήνια του θεάτρου. Η Θεοδώρα είναι αποφασιστική, δυναμική και τολμηρή, μια άξια αυτοκράτειρα! Με το κουράγιο της συνέφερε τον αυτοκράτορα από τη θολωμένη του κρίση, τον κράτησε στη θέση του και έσωσε το βασίλειο από τους ευκαιριακούς μνηστήρες της εξουσίας.


   Όταν όλα είχαν πια τελειώσει, έντυσα την αυτοκράτειρα και κυρά μου, την αρωμάτισα και της έβαλα προσεκτικά στο κεφάλι το στέμμα της βασιλείας της. Πριν βγει από τα διαμερίσματά της έκανε τον σταυρό της, σήκωσε ψηλά το κεφάλι της και κατευθύνθηκε στην αίθουσα του θρόνου, για να καθίσει δίπλα στον αυτοκράτορα και σύζυγό της Ιουστινιανό…
Π. Αναστασία, Β1

Ήμουν κι εγώ εκεί… στα εγκαίνια της Αγίας Σοφίας
27 Δεκεμβρίου 537
Αγαπητέ μου φίλε,
   Σου γράφω γεμάτος συγκίνηση… Αισθάνομαι τυχερός και ευλογημένος που παρευρέθηκα στην πρώτη λειτουργία του ναού της Αγίας του Θεού Σοφίας. Όλα όσα είχα ακούσει γι’ αυτή την εκκλησία μου είχαν εξάψει την περιέργεια και ανυπομονούσα να δω με τα ίδια μου τα μάτια αν ήταν αλήθεια ή υπερβολές. Τελικά, αυτό που αντίκρισα ξεπερνά κάθε προσδοκία!
   Καταρχάς, το κτίριο είναι πολύ μεγαλύτερο και πιο εντυπωσιακό απ’ ό,τι φανταζόμουν. Ο Ανθέμιος από τις Τράλλεις και ο Ισίδωρος από τη Μίλητο, οι αρχιτέκτονες που ανέλαβαν τον σχεδιασμό του ναού, συνδύασαν τον αρχιτεκτονικό ρυθμό της βασιλικής με αυτόν των περίκεντρων κτιρίων, δημιουργώντας το πιο λαμπρό κτίσμα στην Κωνσταντινούπολη και σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Μέρα νύχτα, για πάνω από πέντε χρόνια, χιλιάδες τεχνίτες δούλευαν ασταμάτητα για να ολοκληρώσουν το εξαίσιο αυτό έργο…


   Βέβαια, η Αγία Σοφία δεν ξεχωρίζει μόνο για τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό της, αλλά και για την ανυπέρβλητη εσωτερική της ομορφιά. Οι τοίχοι και το πάτωμα είναι φτιαγμένοι από μάρμαρο που προέρχεται από όλη την αυτοκρατορία. Βλέπεις πράσινα μάρμαρα από τη Μάνη και την Κάρυστο, τριανταφυλλιά από τη Φρυγία και κόκκινα από την Αίγυπτο. Επιπλέον, το εσωτερικό του ναού είναι διακοσμημένο με μοναδικά ψηφιδωτά σε χρυσό φόντο, που λάμπουν.


   Απ’ όλα όμως τα θαύματα που είδα στην Αγία Σοφία, αναμφίβολα το πιο καταπληκτικό είναι ο τρούλος! Από τα παράθυρά του το φως διεισδύει άπλετο και πλημμυρίζει το εσωτερικό του ναού. Μοιάζει να κρέμεται από τον ουρανό, από το χέρι του Θεού!


   Όσο για τη σημερινή λειτουργία, που εγκαινίασε αυτό τον υπέροχο ναό, πιστεύω πως θα μείνει στην ιστορία… Από νωρίς πολύς κόσμος συνωστιζόταν, περιμένοντας την άφιξη του αυτοκράτορα. Ο θόρυβος και η φασαρία στους δρόμους ξεπερνούσε τις φωνές των φρουρών, οι οποίοι προσπαθούσαν να ανοίξουν χώρο μέσα στο πλήθος. Όταν έφτασε με την ακολουθία του ο Ιουστινιανός, λάμποντας μέσα στο χρυσάφι και την πορφύρα, μπήκε στον ναό από τις βασιλικές πύλες, συνοδευόμενος από τον Πατριάρχη Μηνά. Στο πρόσωπο του αυτοκράτορα ήταν φανερός ο θαυμασμός, η συγκίνηση, η περηφάνια… Ανέβηκε στον άμβωνα, ύψωσε το βλέμμα και τα χέρια του προς τον ουρανό και αναφώνησε: «Νενίκηκά σε, Σολομών!».


   Δεκάδες ιερείς και δεσποτάδες, με τα αστραφτερά άμφιά τους, συλλειτούργησαν και οι μελωδικές τους φωνές αντηχούσαν στον ναό και στις ψυχές όλων των πιστών Χριστιανών, που με μεγάλη κατάνυξη και σαν μαγεμένοι παρακολουθούσαμε ευλαβικά τη λειτουργία, περιμένοντας ο καθένας το δικό του θαύμα…
   Αγαπητέ μου, με την πρώτη ευκαιρία πρέπει κι εσύ να δεις από κοντά τον ναό των ναών και να πάρεις τη χάρη της Αγίας του Θεού Σοφίας!
Μ. Εύη, Β3

Οι πρωταγωνιστές μιλούν… - Ηράκλειος
   Επέστρεψα στην Κωνσταντινούπολη θριαμβευτής! Κατάφερα να συντρίψω τους Πέρσες στην περίφημη μάχη της Νινευί, να ανακτήσω όλα τα βυζαντινά εδάφη που είχαν καταλάβει στην Εγγύς Ανατολή και να πάρω πίσω τον Τίμιο Σταυρό, το σύμβολο της Χριστιανοσύνης. Ακόμα και ο αντιπερισπασμός που επιχείρησαν σε συνεργασία με τους Αβάρους και τους Σλάβους, οι οποίοι είχαν το θράσος να πολιορκήσουν την πόλη μου ενώ εγώ βρισκόμουν μακριά, στο πεδίο της μάχης, απέτυχε, με τη βοήθεια της Θεοτόκου Στρατηγού.
   Όταν ανέβηκα στον θρόνο, είχα να αντιμετωπίσω μια τρομερή κατάσταση. Εισβολές εχθρών από την Ανατολή και τον Βορρά, κακές σοδειές, κρίση στο εμπόριο και την οικονομία… Ήμουν όμως αποφασισμένος να ξαναστήσω την αυτοκρατορία στα πόδια της και να την επαναφέρω στο παλιό της μεγαλείο. Με τη συμπαράσταση της εκκλησίας, που πρόσφερε πρόθυμα τα πολυκάνδηλα και τα πολύτιμα σκεύη των ιερών ναών, αναδιοργάνωσα το στράτευμα, ανέλαβα προσωπικά την ηγεσία του και άρχισα να σφυροκοπώ τους Πέρσες με συνεχείς εκστρατείες. Και να που τα κατάφερα! Εύχομαι κι ελπίζω πως μετά την ήττα τους οι εχθροί μας δε θα μας ενοχλήσουν ξανά κι εγώ, αν το θέλει ο Θεός, θα μπορέσω πια να ξεκουραστώ και να απολαύσω τους καρπούς των κόπων μου…
Ηράκλειος, βασιλεύς πιστός ἐν Χριστῷ

Τ. Σεσίλια, Β3

Εντυπώσεις από τη Βασιλεύουσα
Κωνσταντινούπολη, 11 Μαΐου 540
Αγαπητέ μου φίλε Νικόλαε,
   σου γράφω από τη Βασιλεύουσα. Τι υπέροχη πόλη! Ήρθαμε εδώ με τον πατέρα μου που, όπως γνωρίζεις, η δουλειά του είναι να πουλάει μπαχαρικά. Έρχεται κάθε χρόνο στην πρωτεύουσα για να προωθήσει το εμπόρευμά του και φέτος τον έπεισα να με πάρει μαζί του. Επιτέλους, το όνειρό μου έγινε πραγματικότητα! Μάλιστα, σήμερα η Κωνσταντινούπολη γιορτάζει τα γενέθλιά της και νιώθω πολύ τυχερός που βρίσκομαι εδώ, καθώς όλοι και όλα κινούνται στους ρυθμούς μιας λαμπρής γιορτής!
   Φίλε μου, από πού να πρωτοξεκινήσω; Το μέγεθος και ο πλούτος της Πόλης προκαλούν θαυμασμό και δέος, όλα όσα αντικρίζεις σου κόβουν την ανάσα…
   Τα τείχη της είναι πελώρια! Φαίνονται απαραβίαστα και πανίσχυρα. Είμαι σίγουρος ότι θα την προστατεύουν για πολλά χρόνια από τις επιδρομές των εχθρών.


   Υπέροχα έργα τέχνης στολίζουν την πόλη, ενώ σε πολλά σημεία υπάρχουν λουτρά και όμορφες κρήνες. Και εκκλησίες… Μου φάνηκαν αμέτρητες! Αλλά η πιο εντυπωσιακή απ’ όλες δεν είναι άλλη από την περίφημη Αγία Σοφία. Ό,τι και να πει κανείς γι’ αυτήν είναι λίγο! Είναι χτισμένη πάνω σε ένα μικρό ύψωμα, έτσι ώστε να είναι το πρώτο κτίσμα που αντικρίζει ο επισκέπτης μπαίνοντας από την Προποντίδα στην Κωνσταντινούπολη. Μέσα σε πέντε περίπου χρόνια ολοκληρώθηκε ένα θαύμα αρχιτεκτονικής, που όμοιό του δεν έχει ξαναγίνει. Το εσωτερικό του ναού στολίζεται από πολύχρωμα μάρμαρα και ψηφιδωτά και ο τρούλος του σου δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι κρέμεται από τον ουρανό. Εδώ μπορείς να προσκυνήσεις σημαντικά κειμήλια του Χριστιανισμού. Είναι σίγουρα ό,τι πιο θαυμαστό διαθέτει η Βασιλεύουσα! Πιστεύω πως ένα τέτοιο κτίσμα θα μείνει στην ιστορία και θα το θαυμάσουν πολλές γενιές…


   Περάσαμε και από το Ιερόν Παλάτιον, ένα συγκρότημα ανακτόρων όπου κατοικεί ο αυτοκράτορας με την οικογένειά του και στεγάζονται διάφορες δημόσιες υπηρεσίες. Είναι πολύ επιβλητικό και πολυτελές, αλλά δυστυχώς το είδα μόνο απ’ έξω…


   Δίπλα από το Ιερόν Παλάτιον βρίσκεται ο Ιππόδρομος της πόλης. Είναι ένας χώρος δημόσιας ψυχαγωγίας, όπου πραγματοποιούνται ιπποδρομίες και αρματοδρομίες. Μάθαμε πως σήμερα θα γίνουν εκεί διάφορες εκδηλώσεις για τον εορτασμό των γενεθλίων της Πόλης και εννοείται πως θα πάμε με τον πατέρα μου να τις παρακολουθήσουμε… Δε βλέπω την ώρα!


   Καλέ μου φίλε, μακάρι μια μέρα να μπορέσεις να επισκεφτείς κι εσύ τη Βασιλεύουσα και να γνωρίσεις νέους τόπους, μακριά από τη μικρή μας πόλη.
Ο φίλος σου,
Θεόδοτος
Φ. Άννη, Β3

Κωνσταντινούπολη, 4 Οκτωβρίου 542
Αγαπητέ μου Δημήτριε,
   σου γράφω από τη Βασιλεύουσα. Τι υπέροχη πόλη! Ως έμπορος υφασμάτων, ο πατέρας μου την επισκέπτεται συχνά. Και επιτέλους, αυτή τη φορά υποχώρησε στα παρακάλια μου και δέχτηκε να τον συνοδέψω!
   Τι να σου πω, φίλε μου… Η Πόλη είναι πανέμορφη! Τα κτίρια μου φαίνονται το ένα πιο μεγαλοπρεπές από το άλλο, δεν ξέρω ποιο να πρωτοθαυμάσω. Καμία σχέση με τη μικρή επαρχιακή μας πόλη… Πάντως, από όσα αξιοθέατα έχω δει μέχρι στιγμής, αυτά που μου έκαναν τη μεγαλύτερη εντύπωση δεν είναι άλλα από την Αγία Σοφία και τον Ιππόδρομο.
   Η Αγία Σοφία είναι ό,τι πιο όμορφο έχω δει στη ζωή μου. Αρχιτέκτονές της είναι ο Ανθέμιος και ο Ισίδωρος. Τέσσερις τεράστιοι τετράγωνοι στύλοι στηρίζουν τα τέσσερα μεγάλα τόξα τα οποία σηκώνουν το βάρος του τρούλου, ο οποίος δίνει την εντύπωση ότι αιωρείται, χάρη στα παράθυρα που βρίσκονται γύρω στη βάση του. Τι υπέροχο θέαμα!


   Όσο για τον Ιππόδρομο, δεν έχω λόγια. Είναι πελώριος, να φανταστείς μάθαμε πως χωράει 100.000 θεατές! Βρίσκεται στην καρδιά της Βασιλεύουσας. Καταφέραμε να παρακολουθήσουμε μια αρματοδρομία και ήταν καταπληκτικά! Τους τέσσερις δήμους, τους Πράσινους, τους Βένετους, τους Ρούσσους και τους Άσπρους, αντιπροσώπευαν 4 τέθριππα. Όποιος ηνίοχος έχανε την περικεφαλαία του έβγαινε από τον αγώνα. Στα διαλείμματα είδαμε μίμους, ακροβάτες και αναπαραστάσεις κυνηγιού με άγρια θηρία. Τρόμαξα, να πω την αλήθεια, τα ζώα ήταν τεράστια και φοβήθηκα μην τραυματίσουν κάποιο άνθρωπο…


   Επιπλέον, στην αγορά εντυπωσιάστηκα πραγματικά με τα αγαθά που μπορεί κανείς να προμηθευτεί από τα πολλά μαγαζιά της πόλης. Δοκίμασα πληθώρα γλυκών και εδεσμάτων, πέρασα αρκετή ώρα χαζεύοντας τα πολύχρωμα μπαχαρικά, θαύμασα τα κάθε είδους μπουκαλάκια σε ένα μεγάλο αρωματοπωλείο και γεύτηκα υπέροχα φαγητά.
   Δυστυχώς, η ώρα της επιστροφής μας είναι κοντά… Παρηγοριέμαι ωστόσο, γιατί ο πατέρας μου μου υποσχέθηκε ότι θα με ξαναπάρει μαζί του στην Κωνσταντινούπολη το συντομότερο δυνατό. Πιστεύω πως όλοι σε κάποια στιγμή της ζωής τους πρέπει να δουν από κοντά τα θαύματα της φανταστικής αυτής πόλης και, καλέ μου φίλε, αν σου δοθεί ποτέ η ευκαιρία να κάνεις κι εσύ αυτό το ταξίδι, μην τη χάσεις. Περιττό να σου πω ότι ονειρεύομαι, όταν μεγαλώσω, να ζήσω εδώ, στη Βασιλεύουσα…
Φιλικά,
Χρύσανθος 
Κ. Χρυσάνθη, Β1

Αγαπητέ φίλε,
   σου γράφω από τη Βασιλεύουσα. Τι υπέροχη πόλη! Ο πατέρας μου με πήρε αυτή τη φορά μαζί του, για να τον βοηθήσω στις δουλειές του, κι εγώ άλλο που δεν ήθελα…
   Η Πόλη σε εντυπωσιάζει με την πρώτη ματιά. Είναι περιτριγυρισμένη από διπλά τείχη, τόσο μεγάλα και ψηλά, που, όταν τα αντίκρισα, έμεινα άφωνος.


   Αλλά μπαίνοντας μέσα ήταν που τα είδα όλα… Τα πάντα μου φαίνονταν λες και βγήκαν από παραμύθι! Χάζευα δεξιά κι αριστερά με ανοιχτό το στόμα! Η πόλη είναι τεράστια και γεμάτη κίνηση. Πρώτη φορά είδα τόσο κόσμο στη ζωή μου!
   Πρώτα πήγαμε στην αγορά, όπου μας περίμενε ο συνεργάτης του πατέρα μου. Εκεί μπορείς να βρεις τα πάντα, πολύτιμα υφάσματα και μεταξωτά, ακριβά αρώματα, σπάνια μπαχαρικά από τις μακρινές χώρες της Ανατολής, την Κίνα και την Ινδία. Ένα πολύβουο πλήθος μπαινόβγαινε διαρκώς στα μαγαζιά και έκανα τη σκέψη ότι σ’ αυτή την πόλη ένας καλός έμπορος μπορεί να πλουτίσει. Ίσως μια μέρα να είμαι εγώ αυτός…
   Μετά την αγορά, σειρά είχε ο ιππόδρομος. Ο πατέρας μου, κάθε φορά που έρχεται στην Πόλη, δε χάνει την ευκαιρία να τον επισκεφτεί. Και διαπίστωσα πως έχει δίκιο, γιατί είναι κάτι μοναδικό! Είναι κατασκευασμένος σε σχήμα U και έχει μήκος 450 μέτρα. Αλλά αυτό που πραγματικά κόβει την ανάσα είναι οι αγώνες που γίνονται εκεί. Που λες, φίλε μου, στο βορειοανατολικό άκρο του ιππόδρομου υπάρχουν δώδεκα πύλες, εξοπλισμένες με μηχανισμό που επιτρέπει το ταυτόχρονο άνοιγμά τους. Αυτές είναι και το σημείο εκκίνησης των αρματοδρόμων. Στο κέντρο βρίσκεται ένα χαμηλό φράγμα, γύρω από το οποίο γίνονται οι αρματοδρομίες, ενώ σε κάθε άκρο του ένας πάσσαλος οριοθετεί το σημείο στροφής. Στο μέσο της ανατολικής πλευράς βρίσκεται το αυτοκρατορικό θεωρείο, μπορούσα να δω τον αυτοκράτορα τόσο καθαρά! Είχε πολλή φασαρία, γιατί όλοι φώναζαν για τους δήμους που υποστήριζαν. Εμένα μου άρεσαν οι Βένετοι… Μείναμε εκεί όλη την υπόλοιπη μέρα, δε φύγαμε ούτε για φαγητό, για να μη χάσουμε τις θέσεις μας.


   Κάπου εδώ θα σε αφήσω, καλέ μου φίλε… Όπως καταλαβαίνεις, είμαι πολύ κουρασμένος και πρέπει να ξεκουραστώ, γιατί αύριο με περιμένει μία δύσκολη μέρα, η πρώτη μου μέρα στη δουλειά! Σου υπόσχομαι όμως να σου μιλήσω με κάθε λεπτομέρεια για όλα όσα δω εδώ, στη Βασιλεύουσα, όταν επιστρέψω.
Ο φίλος σου,
Βασίλειος
Σ. Άννα Μαρία, Β3

Εντυπώσεις από την Κωνσταντινούπολη - το Ιερόν Παλάτιον
Αγαπημένη μου μητέρα,
   σου γράφω από τη Βασιλεύουσα. Είχα ακούσει τόσα και τόσα γι’ αυτήν από τον πατέρα, αλλά αυτό που αντικρίζουν τα μάτια μου ξεπερνάει κάθε φαντασία... Η πόλη είναι τόσο μεγάλη και τόσο εντυπωσιακή! Δε χορταίνω να κοιτάζω γύρω μου τους μεγάλους δρόμους, τα πολυτελή παλάτια και τα διαφορά μεγαλοπρεπή κτίρια. Μάλιστα, σήμερα καταφέραμε να δούμε από κοντά το Ιερόν Παλάτιον, χάρη στον θείο Βησσαρίωνα που εργάζεται εκεί!
   Βρίσκεται ανάμεσα στον Ιππόδρομο και τη θάλασσα και δεν είναι απλώς ένα κτίριο, αλλά ένα συγκρότημα κτιρίων, που αποτελείται από μεγάλες αίθουσες υποδοχής, εκκλησίες, βιβλιοθήκες, λουτρά, πολυτελή διαμερίσματα με ψηλούς εξώστες απ’ όπου η θέα απλώνεται ως εκεί που φτάνει το μάτι.


   Τα μεγαλόπρεπα κτίσματα συνδέονται με μακριές στοές, ενώ ανάμεσά τους βρίσκονται μαρμαρόστρωτες αυλές και κήποι γεμάτοι με ανθισμένα σπάνια λουλούδια. Οι ομορφότεροι κήποι που έχω δει ποτέ μου, μητέρα!


   Ο ψηλός τρούλος που σκεπάζει την κυκλική αίθουσα με τα πολύχρωμα μάρμαρα φαντάζει μοναδικός. Στους τοίχους είδα ψηφιδωτά που παρίσταναν τις νίκες του αυτοκράτορα και άλλα με σκηνές από την καθημερινή ζωή.


   Νομίζω πως τίποτα δεν μπορεί να φτάσει τον πλούτο και τη λαμπρότητα του Ιερού Παλατίου! Επιπλέον, είναι γεμάτο ζωή, αφού αμέτρητοι άνθρωποι μπαινοβγαίνουν και δουλεύουν σ’ αυτό. Πόσο θα ήθελα να είμαι ένας απ’ αυτούς…
   Θα σου γράψω πάλι σύντομα, για να σου μεταφέρω τις εντυπώσεις μου, αφού επισκεφτούμε και την Αγία Σοφία.
Με πολλή αγάπη,
ο γιος σου Θεοδόσιος
Κ. Ρεβέκα, Β1

Άλλοι/ες προτίμησαν το κόμικς ή το κολάζ.

Β. Καλλιόπη, Β1

Τ. Θένια, Β3

Π. Έλενα, Β3

Α. Δημήτρης, Β1

Μ. Χριστίνα, Β3

Πέμπτη 25 Αυγούστου 2022

Η Μαφάλντα και ο Φελίπε στο σχολείο!

Με έμπνευση από τη Μαφάλντα και τον Φελίπε...


...οι μαθητές και οι μαθήτριες της Α΄ Γυμνασίου γράφουν μια σελίδα στο ημερολόγιο των πρωταγωνιστών...

Από το ημερολόγιο του Φελίπε
Δευτέρα, 13 Σεπτεμβρίου
Ημερολόγιό μου,
   σήμερα ήταν η πρώτη μέρα στο σχολείο… Όλο το βράδυ κοιμήθηκα ελάχιστα από το άγχος! Ένα σωρό σκέψεις με πλημμύριζαν, από τις υποχρεώσεις μου που θα αυξάνονταν, ως τους νέους μου συμμαθητές που θα συναντούσα. Με τα πολλά, ήρθε το πρωί και με βαριά καρδιά ξεκίνησα. Ένα σφίξιμο στο στομάχι και ένα τρέμουλο στα πόδια ήταν οι αχώριστοι σύντροφοί μου!
   Ένα μουντό κι άχαρο κτίριο με υποδέχτηκε. Άγνωστες φυσιογνωμίες παντού! Ο διευθυντής του σχολείου, αφού πρώτα μαζευτήκαμε όλα τα παιδιά μαζί σε μια μικρή αυλή, μας μίλησε σε αυστηρό κι έντονο ύφος για τις υποχρεώσεις μας και τους κανόνες συμπεριφοράς. Στη συνέχεια, μας μοίρασαν όλα τα βιβλία, που ήταν ασήκωτα! Πιάστηκαν τα χέρια μου να τα κουβαλάω ως το σπίτι μου. Αναρωτιόμουν ποιος θα τα διαβάσει όλα αυτά…
   Όταν βγήκα το απόγευμα μια βόλτα να ξεσκάσω, συνάντησα τη φίλη μου, τη Μαφάλντα, που πηγαίνει σε άλλο Δημοτικό. Από την ανακούφισή μου που είδα ένα γνωστό πρόσωπο, της άνοιξα την καρδιά μου, λέγοντάς της πόσο άσχημα πέρασα σήμερα… Αυτή όμως έριξε κι άλλο λάδι στη φωτιά, αφού μου είπε πράγματα που ούτε καν είχα ακόμη σκεφτεί! Ότι δηλαδή από δω και πέρα αυτή θα είναι η ζωή μας, να διαβάζουμε όλη μέρα κλεισμένοι μέσα. Τι φρίκη! Θα περάσω λοιπόν τα παιδικά μου χρόνια σε μια φυλακή; Απορώ πώς θ’ αντέξω και για πόσο καιρό…
Μ. Στέργιος, Α2

Αγαπητό μου ημερολόγιο,
   έχουν ξεκινήσει τα σχολεία και ακόμα δεν μπορώ να συνηθίσω! Αυτό με τρομάζει αφάνταστα, με αρρωσταίνει… Νιώθω μονίμως αγχωμένος και πιεσμένος. Είναι πολύ δυσάρεστο να ξυπνάς νωρίς το πρωί, να πρέπει να ετοιμαστείς για να πας στο σχολείο με την τσίμπλα στο μάτι και μόλις φτάνεις εκεί να έχεις να κάνεις μάθημα! Το περιβάλλον του σχολείου και οι ατέλειωτες απαιτήσεις του μου κάνουν κακό, μου μαυρίζουν την ψυχή.
   Τις προάλλες συζητούσα και με τη Μαφάλντα για τους προβληματισμούς μου, αλλά τελικά αυτό δε βοήθησε. Η φίλη μου ήθελε να με καθησυχάσει, αλλά μου υπενθύμισε ότι είμαι τόσες ώρες κλεισμένος σε ένα τσιμεντένιο άσχημο κτίριο γράφοντας και διαβάζοντας και μετά, όταν γυρίζω στο σπίτι, πρέπει πάλι να γράψω και να διαβάσω! Μου είπε, βέβαια, και ότι σε κανέναν δεν αρέσει το σχολείο, αλλά τι να την κάνεις τη γνώμη των άλλων, όταν αυτή δεν μπορεί να σου λύσει τα προβλήματα; Και σκέψου πως το χειρότερο είναι ότι όχι μόνο πηγαίνουμε πέντε μέρες την εβδομάδα στο σχολείο, αλλά και το Σαββατοκύριακο που μας μένει έχουμε ένα σωρό καθήκοντα για το σπίτι… Και μετά πάλι από την αρχή! Με άλλα λόγια, καθόλου χρόνος για παιχνίδι και ξεκούραση. Με όλες αυτές τις σκέψεις να γυρνοβολάνε στο μυαλό μου, δεν άντεξα και άρχισα να φωνάζω τόσο δυνατά, που μπορεί να με άκουσαν μέχρι και τον Βόρειο Πόλο! Εμείς είμαστε μικρά παιδάκια, πώς να το κάνουμε; Χρειαζόμαστε το παιχνίδι και την ξεγνοιασιά. Αλλά τι να πεις; Έτσι είναι, φαίνεται, η ζωή, γεμάτη δυσκολίες…
Π. Μαργαρίτα, Α2

Καλό μου ημερολόγιο,
   δεν αντέχω άλλο το σχολείο. Βασανίζομαι... Σκέφτομαι πόσες ώρες σπαταλάω για να κάνω τα καθήκοντά μου και βλέπω πως μάταια αγωνίζομαι να ανταπεξέλθω σε τόσες απαιτήσεις. Δεν έχω πια καθόλου ελεύθερο χρόνο για να παίξω με τους φίλους μου και όλη η μέρα μου περνάει με το διάβασμα και το γράψιμο. Έκανα σήμερα μια συζήτηση γι’ αυτό το θέμα με τη Μαφάλντα, δυστυχώς όμως, παρά το γεγονός ότι η φίλη μου είχε καλές προθέσεις, δεν ένιωσα καλύτερα. Ίσα ίσα, επισημαίνοντας πως όλοι εμείς οι μικροί μαθητές τραβάμε το ίδιο βάσανο, με έκανε να θέλω να τσιρίξω απ’ την απελπισία μου....
   Τι θα κάνω τώρα; Γράφουμε και τεστ στην Ιστορία... Πώς θα διαβάσω τόσα κεφάλαια; Πρέπει να σκεφτώ κάτι. Αυτό είναι... Το βρήκα! Θα προσποιηθώ τον άρρωστο. Αύριο το πρωί και θα πω στη μαμά μου ότι με πονάει ο λαιμός μου, το κεφάλι μου, η κοιλιά μου και όλο μου το σώμα. Θα θυμηθώ και πώς είχα παίξει τον άρρωστο τότε που είχα πάρει μέρος σε ένα θεατρικό του νηπιαγωγείου. Δεν μπορεί... Θα με πιστέψει η μαμά μου, δε θα αφήσει το αγοράκι της να πάει σε τέτοια χάλια στο σχολείο. Τελικά είμαι πολύ έξυπνος!
   Καληνύχτα, ημερολόγιο μου...
Σ. Αθηνά, Α2

Αγαπητό ημερολόγιο,
   ακόμα δεν έχουμε κλείσει έναν μήνα που πηγαίνουμε ξανά στο σχολείο και έχω κατααγχωθεί…. Γράψε, κάνε την άσκηση της σελίδας 27, μάθε την Ιστορία απ’ έξω, διάβασε τη θεωρία... Όλα αυτά με έχουν τρελάνει!
   Κι αυτή η Μαφάλντα, δεν την μπορώ πια… Από τη μία μου λέει να ηρεμήσω και από την άλλη μου λέει πράγματα που με αγχώνουν περισσότερο! Φίλη να σου πετύχει…
   Μακάρι να είχα περισσότερο ελεύθερο χρόνο, ώστε να κάνω παρέα και να παίζω με τους φίλους μου, όπως τις μέρες που το σχολείο είναι κλειστό. Οι έγνοιες και το άγχος δε με αφήνουν να ησυχάσω και να απολαύσω τις χαρές της παιδικής ηλικίας… Δεν είναι άδικο;
Τ. Δήμητρα, Α2

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
   οι πρώτες μέρες στο σχολείο μου φαίνονται σωστό μαρτύριο! Έχω κιόλας καταλάβει ότι δε θα περάσω καλά φέτος. Συνέχεια μαθήματα και μόνο υποχρεώσεις… Ξυπνάω με το ζόρι κάθε μέρα πρωί πρωί, αντί να απολαύσω τον ύπνο μου, και τρέχω να ετοιμαστώ για το μάθημα. Περνάω όλο το πρωινό μου κλεισμένος στην τάξη και το μεσημέρι γυρίζω στο σπίτι πτώμα από την κούραση! Και σαν να μην έφτανε το σχολείο, έχω και το διάβασμα και το γράψιμο στο σπίτι. Νιώθω σαν κατάδικος…
   Σήμερα δεν άντεξα και τα είπα όλα στην καλή μου φίλη τη Μαφάλντα. Συζητήσαμε στο διάλειμμα για το σχολείο και της εξήγησα πόσο με καταπιέζει αυτό που ζω καθημερινά. Μάλλον έκανα λάθος που της μίλησα… Αντί να με ηρεμήσει, με τρόμαξε περισσότερο! Άθελά της, μου έβαλε στο μυαλό πράγματα που δεν είχα σκεφτεί και με έκανε να νιώσω ακόμα χειρότερα. Με έπιασε κρίση πανικού κι έγινα και ρεζίλι, γιατί με πήραν χαμπάρι όλοι οι συμμαθητές μας που βρίσκονταν εκείνη την ώρα στην αυλή!
   Μπορεί να είμαι υπερβολικός, αλλά τι να κάνω; Έτσι νιώθω και κανείς δε με καταλαβαίνει…
Π. Στέφανος, Α2


Από το ημερολόγιο της Μαφάλντα
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
   σήμερα η μέρα είναι βροχερή και στην ώρα της Γυμναστικής τα μαλλιά μου έγιναν πιο σγουρά από ποτέ. Πόσο θα ήθελα να έχω ίσια, απαλά μαλλιά! Αλλά από την άλλη, είναι η γοητεία μου…
   Όπως πάντα, όταν τέλειωσε το σχολείο, πήραμε τον δρόμο για το σπίτι παρέα με τον φιλαράκο μου, τον Φελίπε. Φαινόταν πολύ κακόκεφος. Τον ρώτησα τι του συμβαίνει κι εκείνος ξέσπασε… Μου είπε πως δεν αντέχει το σχολείο! Τον τρομάζει, τον καταπιέζει, τον ενοχλεί, τον αρρωσταίνει... Όλα αυτά! Μα βέβαια, είναι αγόρι και δεν έχει ωριμάσει ακόμη... Στην προσπάθειά μου να τον παρηγορήσω, του επισήμανα πως αυτή είναι η ζωή του μαθητή, να γράφει και να διαβάζει και στο σχολείο και στο σπίτι. Είμαστε όλοι μαζί σ’ αυτό και καλά θα κάνουμε να το πάρουμε απόφαση, είτε μας αρέσει είτε όχι. Πού να ήξερα πως θα τον έκανα χειρότερα από ό,τι ήταν… Το έχασε τελείως και έβαλε τις φωνές! Δηλαδή, αν του έλεγα ότι έχουμε ακόμη πόσα χρόνια σχολείο, πώς θα αντιδρούσε; Αχ αυτά τα αγόρια!
   Ο Φελίπε είναι φίλος μου όμως και θέλω να του συμπαρασταθώ. Θα του προτείνω να διαβάζουμε μαζί στο σπίτι!
Τ. Πένυ, Α4

Καλό μου ημερολόγιο,
   σήμερα πέρασα πολύ ωραία στο σχολείο! Πήρα άριστα 10 στην ορθογραφία και στα διαλείμματα παίξαμε με τις φίλες και τους φίλους μου και γελάσαμε πολύ. Καθώς πήρα τον δρόμο για το σπίτι μου, συνάντησα τον Φελίπε, που γυρνούσε από το δικό του σχολείο. Από τότε που άνοιξαν τα σχολεία χαθήκαμε… Χάρηκα που τον είδα, αλλά αυτός είχε κάτι μούτρα μέχρι το πάτωμα! Μου είπε ότι οι πολλές υποχρεώσεις του σχολείου του έχουν σπάσει τα νεύρα και δεν αντέχει άλλο… Στεναχωρήθηκα που τον είδα σ’ αυτή την κατάσταση και προσπάθησα να του δείξω πως τον καταλαβαίνω, αλλά αυτός, αντί να ηρεμήσει, άρχισε να ουρλιάζει και να τραβάει τα μαλλιά του!
   Μάλλον δεν το χειρίστηκα καλά, ίσως επειδή δε συμμερίζομαι τα αισθήματα του Φελίπε… Εγώ το αγαπώ το σχολείο, έχω κάνει καινούριους φίλους και μαθαίνω κάθε μέρα τόσα ενδιαφέροντα πράγματα! Τώρα που το σκέφτομαι, πιστεύω πως θα ήταν καλύτερο να μιλήσω στον φίλο μου για τα θετικά του σχολείου και να τον ενθαρρύνω να εστιάσει σ’ αυτά, όπως κάνω κι εγώ. Νιώθω κάποιες τύψεις για τη στάση μου… Καημένε Φελίπε!
Τ. Δέσποινα, Α4


...Ή επιλέγουν να "στείλουν" τον Φελίπε στο Γυμνάσιο!

Αγαπητό ημερολόγιο,
   είναι η πρώτη μέρα που σου γράφω! Η φιλόλογος στο νέο μου σχολείο μάς πρότεινε να ξεκινήσουμε ένα ημερολόγιο και είπα να το δοκιμάσω…
   Λοιπόν, πάω στο Γυμνάσιο μόνο μια εβδομάδα και έχω ήδη καταλάβει ότι αυτό το μέρος είναι ΑΠΑΙΣΙΟ! Την πρώτη μέρα μπήκα στην τάξη που μας έδωσαν και έτρεξα μαζί με τη Μαφάλντα στο πίσω θρανίο. Είναι αλήθεια πως δυσκολεύτηκα να την πείσω να καθίσουμε εκεί. Αυτή ήθελε να είμαστε στο πρώτο θρανίο, μπροστά μπροστά, για να μας βλέπουν καλά οι καθηγητές... Στην αίθουσα μας συνόδεψε μια καθηγήτρια, που μας είπε πως θα είναι και η υπεύθυνη του τμήματός μας. Και μόνο που την έβλεπες, μπορούσες να καταλάβεις πόσο αυστηρή είναι! Αλλά και οι άλλοι καθηγητές, ο καθένας με τον τρόπο του βέβαια, δεν πάνε πίσω… Με το «καλημέρα» άρχισαν τις απαιτήσεις. Τη δεύτερη κιόλας μέρα το τετραδιάκι με τα καθήκοντά μας είχε ήδη γεμίσει!
   Ακόμα δεν αρχίσαμε καλά καλά και νιώθω πως δεν μπορώ άλλο το σχολείο. Σαν να μην έφτανε αυτό, έχω και τη Μαφάλντα, που δε συμμερίζεται τον πόνο μου… Αυτή δείχνει να έχει πλήρως προσαρμοστεί και να ανταπεξέρχεται με ευκολία στο Γυμνάσιο. Μα πώς είναι δυνατόν; Μήπως κάνω κάτι λάθος; Ας οπλιστώ με υπομονή… Μπορεί σιγά σιγά κι εγώ να συνηθίσω.
Π. Ιωάννα, Α4

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
   πριν από λίγες μέρες ξεκίνησε το Γυμνάσιο. Ήδη κοντεύω να τρελαθώ! Από πού να ξεκινήσω; Από τα συνεχή εφτάωρα; Από τις 500 εργασίες από κάθε καθηγητή; Από τους γονείς μου που ΔΕΝ τους νοιάζει τι περνάω και απαιτούν να έχω πάνω από 15 σε κάθε μάθημα;! Και μόνο που σκέφτομαι ότι θα πρέπει να αντέξω αυτήν την κόλαση για έξι ακόμα χρόνια, πραγματικά με πιάνει απελπισία…
   Ευτυχώς, έχω φίλους που με καταλαβαίνουν. Χθες που μίλησα με τη Μαφάλντα με καθησύχασε το γεγονός ότι δεν της αρέσει ούτε εκείνης το σχολείο και δεν είμαι ο μόνος. Τι να πω; Καλή μου τύχη. Θα τη χρειαστώ…
Ν. Σταύρος, Α4

Τετάρτη 24 Αυγούστου 2022

Το πιο γλυκό ψωμί


Στο πλαίσιο της διδασκαλίας του λαϊκού παραμυθιού "Το πιο γλυκό ψωμί" οι μαθητές και οι μαθήτριες της Α΄ τάξης ζωγράφισαν...

Ο βασιλιάς

Τ. Δήμητρα, Α2

Τ. Αντωνία, Α4

Τ. Γιώργος, Α4

Η ανορεξία του βασιλιά

Χ. Καλλιρρόη, Α4

Λ. Τατιάνα, Α2

Χ. Βαλέρια, Α2

Αναζητώντας το πιο γλυκό ψωμί...

Σ. Μαριάννα, Α4

Π. Σταύρος, Α2

Π. Ιωάννα, Α4

Ο βασιλιάς θυμώνει με τον γέροντα

Σ. Χρήστος, Α4

Το πιο γλυκό ψωμί φουρνίζεται!

Π. Ζωή, Α4

Τ. Ζέτα, Α2

Απέδωσαν το τέλος του παραμυθιού σε μορφή κόμικς...

Μ. Γεωργία, Α2

Έκαναν κολάζ, παρουσιάζοντας τη διαδικασία που οδηγεί από το σιτάρι στο ψωμί…

Μ. Στέργιος, Α2

Μια απόδοση χαρακτηριστικών σημείων του παραμυθιού με μορφή θεατρικών διαλόγων (μαζί με τις κατάλληλες σκηνοθετικές οδηγίες!)…

Ο βασιλιάς παθαίνει ανορεξία
(Ο βασιλιάς κάθεται στον θρόνο του, κρατώντας ένα καθρεφτάκι, και μονολογεί, απορροφημένος με τον εαυτό του.)
Βασιλιάς: Αχ, τι όμορφος που είμαι! Λάμπω, βρε παιδί μου… Κοίτα, κοίτα εδώ προφίλ! Αν χάσω και λίγα κιλά, θα είμαι σωστό μοντέλο!
(Ένας υπηρέτης μπαίνει στο δωμάτιο.)
Υπηρέτης: Κύριε!
Βασιλιάς: (Τρομάζει και του πέφτει το καθρεφτάκι) Με κοψοχόλιασες, άθλιο υποκείμενο! Μου έπεσε και το καθρεφτάκι μου… Γρουσουζιά για 11 χρόνια!
Υπηρέτης: Με συγχωρείτε... Απλά ήθελα να σας ενημερώσω ότι το φαγητό σας είναι έτοιμο. Επίσης, νομίζω ότι είναι για 7 χρόνια η γρουσουζιά.
Βασιλιάς: Θα μου πεις εμένα πόσα χρόνια κρατάει η γρουσουζιά; Βασιλιάς είμαι, όσο θέλω θα κρατάει! Τέλος πάντων, πάμε...

(Ο βασιλιάς κάθεται στο τραπέζι.)
Βασιλιάς: Πλάκα μου κάνεις… Τι είναι αυτό;
Υπηρέτης: Το φαγητό που ζητήσατε, κύριε. Μπριάμ.
Βασιλιάς: Δε μ’ αρέσει. Με αηδιάζει και μόνο που το βλέπω!
Υπηρέτης: Κύριε, δεν πήρατε ούτε πρωινό… Να πω να σας φτιάξουν κάτι άλλο; Τι επιθυμείτε; Τι τραβάει η όρεξή σας;
Βασιλιάς: (Στεναχωρημένος) Τίποτε…
Υπηρέτης: Κάτι πρέπει κάτι να φάτε. Μην κάνετε σαν μικρό παιδί…
Βασιλιάς: Θα με πεις και ιδιότροπο τώρα! Ποιος νομίζεις πως είσαι; (Φωνάζει) Είπα ότι δε θέλω να φάω και δε θα φάω. ΤΕΛΟΣ!

Ο βασιλιάς θεραπεύεται
Βασιλιάς: Πότε θα βγει επιτέλους αυτό το ψωμί από τον φούρνο; Μου έσπασε τη μύτη με τη μυρωδιά του!
Γέροντας: Μπα… Πεινάς, βασιλιά μου;
Βασιλιάς: Πεινάω, λέει... Σαν λύκος!
Γέροντας: Θα μάθεις να κάνεις υπομονή. Όχι που δεν προλάβαινες να διατάξεις και κάθε σου επιθυμία πραγματοποιούνταν αμέσως... Ορίστε, είναι έτοιμο! (Δίνει στον βασιλιά ένα ψωμί) Δοκίμασε και πες μου αν σου αρέσει.
Βασιλιάς: (Μπουκώνεται με το ψωμί) Αν μου αρέσει! Είναι πεντανόστιμο… Το πιο γλυκό ψωμί του κόσμου! (Απορεί) Μα, πώς είναι δυνατόν; Ούτε ζάχαρη έβαλα μέσα, ούτε τίποτα…
Γέροντας: Δε σου πέρασε από το μυαλό, βασιλιά μου, ότι σου φαίνεται γλυκό και το τρως με τόση όρεξη επειδή το έφτιαξες εσύ, με τον κόπο και τον ιδρώτα σου;
Βασιλιάς: Τι λες τώρα;! Έχεις δίκιο!
Γέροντας: Πιστεύω ότι ήρθε η ώρα να γυρίσεις στο παλάτι σου και να θυμάσαι από δω και μπρος να μην κοιτάς μόνο τον εαυτούλη σου. Έχεις σοβαρά καθήκοντα σαν βασιλιάς απέναντι στον λαό σου και πρέπει να εργάζεσαι καθημερινά για το καλό του.
Βασιλιάς: Σ’ ευχαριστώ, καλέ μου γέροντα, για το πολύτιμο μάθημα που μου έδωσες! Μου άξιζε και μου χρειαζόταν… Θα ακολουθήσω κατά γράμμα τις σοφές σου συμβουλές και θα γίνω καλός βασιλιάς και σωστός άνθρωπος!
Χ. Ζωή, Α2

Κι ένα χαριτωμένο ποιηματάκι!

Ποιο είναι στ’ αλήθεια το πιο γλυκό ψωμί

Ο βασιλιάς φτιάχνει με τον ιδρώτα του το πιο γλυκό ψωμί
Η ζάχαρη κι η προσφορά από άλλους είναι περιττή.
Τελικά πήρε το μάθημά του ο βασιλιάς,
καθώς κατάλαβε την αξία της δουλειάς.
Χ. Ζωή, Α2

Τρίτη 23 Αυγούστου 2022

Ο φτωχός και τα γρόσια

Το μάθημα των Νεοελληνικών Κειμένων για την Α΄ τάξη ξεκίνησε με λαϊκά παραμύθια. Στο πλαίσιο της διδασκαλίας του παραμυθιού "Ο φτωχός και τα γρόσια" οι μαθητές/τριες ζωγράφισαν σκηνές που τους έκαναν εντύπωση.

Η αγγελική ζωή του φτωχού

Μ. Γεωργία, Α2

Ν. Εμμανουέλα, Α2

Τ. Δήμητρα, Α2

Ο προβληματισμός του φτωχού

Λ. Τατιάνα, Α2

Μ. Στέργιος, Α2

Σ. Χρήστος, Α4

Ο φτωχός επιστρέφει τα γρόσια στον πλούσιο

Τ. Αντωνία, Α4

Η λύρα

Χ. Καλλιρρόη, Α4

Άλλοι/ες προτίμησαν να δώσουν ένα διαφορετικό τέλος στο παραμύθι ή να γράψουν ένα δικό τους παραμύθι (και ένα ποίημα!) με το ίδιο δίδαγμα.

Ένας άλλος άνθρωπος
   Ο φτωχός αποφάσισε να κρατήσει τα γρόσια και να τα επενδύσει σε μια δική του επιχείρηση. Η επένδυση δεν άργησε να αποδώσει και μέσα σε λίγο καιρό από φτωχός έγινε πάμπλουτος. Τώρα ήταν πια αφεντικό με πολλούς υπαλλήλους. Στη θέση του φτωχικού σπιτιού του έχτισε ένα πολυτελέστατο μέγαρο. Δε δούλευε όλη μέρα, όπως πριν, ούτε κουραζόταν, αλλά γυρνούσε στο σπίτι του κύριος με το πανάκριβο αυτοκίνητό του. Αλλά και η γυναίκα του δε χρειαζόταν να δουλεύει. Όλη μέρα δεν έκανε τίποτα άλλο παρά να ασχολείται με τον εαυτό της, σπαταλώντας τα άφθονα χρήματα του άντρα της σε ρούχα, κοσμήματα και καλλυντικά. Τη φροντίδα των παιδιών την ανέλαβαν νταντάδες και υπηρέτριες. Η ζωή της οικογένειας του φτωχού άλλαξε, τα λεφτά έγιναν πλέον το επίκεντρό της. Η λύρα σκονιζόταν ξεχασμένη σε κάποιο πατάρι…
   Ο πλούσιος στο μεταξύ άρχισε να αντιμετωπίζει κάποιες οικονομικές δυσκολίες. Έβλεπε ότι ο φτωχός γείτονάς του είχε πλουτίσει και σκεφτόταν ότι θα του επέστρεφε σε κάποια στιγμή τα χίλια γρόσια που του είχε δώσει. Μάταια περίμενε όμως… Αποφάσισε λοιπόν να πάει και να του τα ζητήσει ο ίδιος. Πολλές φορές χτύπησε την πόρτα του μεγάρου του πρώην φτωχού. Κάθε φορά του άνοιγε κάποιος υπηρέτης και του έλεγε ότι ο «κύριος» δεν είναι στο σπίτι ή ότι δεν είναι διαθέσιμος. Ο πλούσιος απορούσε τι συμβαίνει. Μέχρι που μια μέρα του άνοιξε ο ίδιος ο φτωχός…
- Καλέ μου γείτονα, τι κάνεις; Περνάω και ξαναπερνάω από το σπίτι σου, αλλά τη μια λείπεις, την άλλη είσαι απασχολημένος… Επιτέλους, σε βρήκα!
- Ναι, ναι… Κατάλαβα πως δεν είχες σκοπό να με αφήσεις ήσυχο. Λέγε λοιπόν τι θέλεις και γρήγορα… Έχουμε και δουλειές.
- Ξέρεις, οι δικές μου δουλειές δεν πάνε και τόσο καλά και έχω ανάγκη εκείνα τα γρόσια που σου είχα δώσει. Τώρα είσαι πολύ πλούσιος, για σένα δεν είναι πλέον τίποτα αυτό το χρηματικό ποσό. Εμένα όμως θα με βοηθήσουν να σταθώ πάλι στα πόδια μου…
- Τι λες, άνθρωπέ μου; Έχεις κάποιο χαρτί που να αποδεικνύει ότι μου έδωσες ποτέ χρήματα; Δεν έχεις να πάρεις τίποτα από μένα. Και μην τολμήσεις να με ξαναενοχλήσεις. Θα βάλω να σε πετάξουν έξω από το σπίτι μου!
   Ο πλούσιος έφυγε αμίλητος, σοκαρισμένος από τη στάση του πρώην φτωχού, από την αλλαγή του. Τη θέση του καλού και ανοιχτόκαρδου γείτονά του, στον οποίο είχε δώσει τα γρόσια, είχε πάρει ένας άνθρωπος σκληρός, που δε νοιαζόταν για τους άλλους και ανταπέδιδε την ευεργεσία με αγνωμοσύνη. Ένας άλλος άνθρωπος…
Μ. Όλγα, Α2

Η αληθινή ευτυχία
   Μετά από πολλή σκέψη, ο φτωχός αποφάσισε να μοιραστεί τα χίλια γρόσια με άλλες οικογένειες του χωριού που είχαν οικονομικές δυσκολίες. Έτσι, τα χρήματα του πλούσιου αξιοποιήθηκαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και τα βράδια πλέον ακούγονταν από πολλά σπίτια του χωριού γέλια και τραγούδια. Μάλιστα, συχνά οι χωριανοί μαζεύονταν και γλεντούσαν όλοι μαζί με τη λύρα του φτωχού!
   Ο φτωχός δεν έγινε πλούσιος ποτέ, αλλά σκόρπισε γύρω του τη χαρά και πέρασε τη ζωή του ευτυχισμένος και αγαπητός από όλους. Ο πλούσιος πάλι κατάλαβε ότι δεν είναι τα χρήματα που φέρνουν την ευτυχία, αλλά το να μοιράζεσαι και να χαίρεσαι τη ζωή!
Τ. Δέσποινα, Α4

Μια σωστή απόφαση
   Όλη μέρα πια ο φτωχός εσυλλογιόνταν τι να κάνει τόσα γρόσια. Τα φέρνει από δω, τα φέρνει από κει, «Να ανοίξω πραματευτάδικο; Να τα βάλω στον τόκο; Να πάρω αμπελοχώραφα; ΟΠΑ! Καλή ιδέα! Θα πάρω αμπελοχώραφα…». Το ίδιο βράδυ ανακοίνωσε τα νέα στην οικογένειά του και καταχάρηκαν όλοι! Ο φτωχός έπιασε τη λύρα και έστησαν ένα τρικούβερτο γλέντι.
   Χωρίς καθυστέρηση, την επόμενη κιόλας μέρα, η απόφαση έγινε πράξη. Ο φτωχός αγόρασε αμπέλια και χωράφια, όπου άρχισε να καλλιεργεί ελιές και σιτάρι. Από τα αμπέλια του έφτιαχνε κρασί, από τις ελιές λάδι και από το σιτάρι του αλεύρι! Όλη η οικογένεια στρώθηκε στη δουλειά, αλλά δεν τους πείραζε, γιατί ήταν μαθημένοι… Στην αρχή πουλούσαν την παραγωγή τους στη λαϊκή, γρήγορα όμως άνοιξαν ένα μαγαζί με βιολογικά προϊόντα, που σιγά σιγά έγινε γνωστό σε όλη την Ελλάδα!
   Έτσι ο φτωχός πλούτισε, αλλά δεν άλλαξε ποτέ τη συμπεριφορά του ή τον χαρακτήρα του. Πάντα γλεντούσε με την οικογένειά του και βοηθούσε τους συνανθρώπους του που είχαν ανάγκη. Επέστρεψε με ένα μεγάλο «ευχαριστώ» τα 1.000 γρόσια στον πλούσιο, που έμεινε με την απορία ποιο είναι το μυστικό της ευτυχίας του…
Σ. Μυρτώ - Χ. Θεοφανή, Α4

Τα 88 δολάρια
   Μια φορά κι έναν καιρό στη Λιμνούπολη, μια μαγική πόλη όπου συνυπήρχαν αρμονικά κάθε είδους ζώα, ζούσε ο Σκρουτζ, η πιο πλούσια πάπια στον κόσμο! Έμενε μόνος του σε ένα τεράστιο σπίτι και το μόνο που σκεφτόταν ήταν τα λεφτά του και το πώς θα τα αυξήσει κι άλλο. Ήταν γκρινιάρης, τσιγκούνης και ιδιότροπος και όλοι τον απέφευγαν.
   Μια μέρα, εκεί που έπαιρνε το μπάνιο του σε μια πισίνα γεμάτη δολάρια, ήρθαν να τον βρουν τα τρία γουρουνάκια. Πολύ διστακτικά, του ζήτησαν να τους δανείσει 88 δολάρια. Ο Σκρουτζ τα ρώτησε τι τα θέλουν, αλλά αυτά το μόνο που του είπαν ήταν ότι τα είχαν μεγάλη ανάγκη. Τελικά δέχτηκε, αφού τους ζήτησε να τα επιστρέψουν μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα και με πολύ υψηλό τόκο.
   Την ορισμένη προθεσμία τα τρία γουρουνάκια επισκέφτηκαν πάλι τον Σκρουτζ και του επέστρεψαν τα 88 δολάρια. Αλλά όταν τους ζήτησε και τον τόκο, εκείνα κατέβασαν το κεφάλι και του έδειξαν τις άδειες τους τσέπες… Δεν είχαν άλλα χρήματα, αλλά του υπόσχονταν ότι θα δουλέψουν σκληρά για να ξεχρεώσουν. Ο Σκρουτζ δεν ήθελε ούτε να τ’ ακούσει. Θύμωσε πολύ και έβαλε τις φωνές:
- Έτσι ξεπληρώνετε τη γενναιοδωρία μου; Θα σας δείξω εγώ!
   Τα τρία γουρουνάκια έφυγαν από το σπίτι του Σκρουτζ πολύ στεναχωρημένα και αυτός, έξαλλος, ξεκίνησε να πάει στην αστυνομία των ζώων, για να τα καταγγείλει. Τη στιγμή που έβγαινε, είδε ένα γράμμα στο γραμματοκιβώτιό του. Παραξενεμένος, το άνοιξε αμέσως και το διάβασε. Το είχε στείλει η μητέρα των τριών αδερφών. Τον ευχαριστούσε θερμά για τα 88 δολάρια που δάνεισε στα παιδιά της και του αποκάλυπτε πως τα είχαν χρησιμοποιήσει για να αγοράσουν φάρμακα για την ίδια, που ήταν άρρωστη. Επίσης, τον ενημέρωνε πως ήταν τώρα καλά στην υγεία της χάρη σ’ εκείνον και του έστελνε την αγάπη της.
   Ο Σκρουτζ σάστισε. Μητέρα, ευχαριστώ, αγάπη… Τι μαγικές λέξεις! Ο ίδιος είχε στερηθεί από μικρός τη μητέρα του και ζούσε τόσα χρόνια με μόνη συντροφιά τα λεφτά του, χωρίς να αγαπάει κανέναν και χωρίς κανένας να τον αγαπάει… Σε μια στιγμή όλα ξεκαθάρισαν μέσα του. Αντί να πάει στην αστυνομία, πήγε στα μαγαζιά. Χωρίς να λυπάται τα λεφτά, αγόρασε ένα σωρό λιχουδιές και δώρα και μετά έτρεξε στο σπίτι όπου έμεναν τα τρία γουρουνάκια με τη μητέρα τους. Αυτά αρχικά τρόμαξαν όταν τον είδαν στην πόρτα τους, αλλά αυτός τα διαβεβαίωσε ότι είχε έρθει για να ζητήσει συγγνώμη και τους είπε ότι θέλει να επανορθώσει και να προσφέρει ό,τι καλύτερο στην οικογένειά τους. Τα τρία γουρουνάκια χάρηκαν πολύ, η μητέρα τους καλοδέχτηκε τον Σκρουτζ στο σπίτι τους και όλοι τον περιποιήθηκαν. Ποτέ δε θυμόταν να είχε νιώσει πιο ευτυχισμένος!
   Από τότε όλα άλλαξαν για τον Σκρουτζ, για τα τρία γουρουνάκια, αλλά και για ολόκληρη την πόλη! Κι αυτό γιατί ο Σκρουτζ άρχισε να νοιάζεται για τους άλλους, να επενδύει χρήματα σε έργα που θα έκαναν τη ζωή των κατοίκων της Λιμνούπολης πιο όμορφη και να βοηθάει όποιον είχε ανάγκη. Είχε πάρει ένα πολύτιμο μάθημα: ότι τα λεφτά δεν μπαίνουν πάνω από την υγεία, την αγάπη και την ευτυχία.
   Και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα…
Π. Στέφανος, Α2

Τα χρήματα δε φέρνουν την ευτυχία
Είχα γνωρίσει μια φορά
Κάπου στα πέρατα της γης
Έναν νέο μ’ όνειρα πολλά
Που τ’ όνομά του ήταν Πετρής.

Φορούσε παπούτσια παλιά
Κι εδώ κι εκεί γυρνούσε
Τα βήματά του ήταν βαριά
Κοιτώντας τ’ άστρα, ονειροπολούσε.

Είπε να γίνει ηθοποιός
Ήθελε πολλά λεφτά και να ’ναι τρανός…
Την ανέχεια φοβόταν
Για τους άλλους δε νοιαζόταν.

Ξύπνησε μια μέρα
Τα μπαγκάζια του μάζεψε
Κίνησε για του κόσμου το πιο πέρα
Και τη ζωή του άλλαξε.

Ταξίδεψε στο εξωτερικό
Έγραφαν με μεγάλα γράμματα τ’ όνομά του
Ζούσε σ’ ένα σπίτι μοναδικό
Είχε πραγματοποιήσει τα όνειρά του.

Με τον καιρό έβγαλε πολλά λεφτά
Αυτό που ήθελε έγινε
Στην αρχή ήτανε καλά
Μα μόνος του στη ζωή έμεινε.

Τα χρήματα δε φέρνουν την ευτυχία
Στον κόσμο για την αγάπη πάλευε
Μόνος ζεις στη δυστυχία
Ο Πετρής αργά το κατάλαβε!
Χ. Ζωή, Α2

Και μία διασκευή του παραμυθιού σε θεατρικό έργο, με τις απαραίτητες σκηνοθετικές οδηγίες!

ΘΕΑΤΡΙΚΟ - Ο ΦΤΩΧΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΓΡΟΣΙΑ
Ρόλοι: Φτωχός, γυναίκα του φτωχού, παιδιά του φτωχού, πλούσιος, υπηρέτης του πλούσιου
Σκηνικό: Στη σκηνή βλέπουμε δεξιά το σπίτι του πλούσιου με έναν καναπέ και έναν καθρέφτη με χρυσή κορνίζα - αριστερά το σπίτι του φτωχού με ένα παλιό στρογγυλό τραπέζι και καρέκλες γύρω γύρω.

Σκηνή 1
(Φωτίζεται η αριστερή πλευρά της σκηνής. Τα παιδιά του φτωχού κάθονται στο τραπέζι. Τα μεγαλύτερα διαβάζουν και γράφουν.
Μπαίνουν ο φτωχός και η γυναίκα του. Τα παιδιά σηκώνονται και τρέχουν να τους αγκαλιάσουν.)
Μεγαλύτερο παιδί: Μπαμπά, μαμά, πόσο θα κουραστήκατε σήμερα όλη μέρα στο χωράφι με τη βροχή…
Φτωχός: Τι να κάνουμε, παιδί μου; Η ζωή του αγρότη δεν είναι εύκολη… Αλλά τώρα γυρίσαμε στο σπιτάκι μας και θα φάμε όλοι μαζί, ωραία και καλά.
Γυναίκα του φτωχού: Για να φτιάξουμε κάτι στα γρήγορα! Ποιος θα με βοηθήσει;
Παιδιά: Εγώ! Εγώ!
(Τα παιδιά συνερίζονται ποιο θα συνοδέψει τη μητέρα τους στην κουζίνα.)
Μικρότερο παιδί: Μπαμπά, μετά το φαγητό, μπορείς να παίξεις τη λύρα σου για να χορέψουμε;
Φτωχός: Και βέβαια! Φτάνει να έχετε τελειώσει με τα μαθήματά σας.
Μεγαλύτερο παιδί: Και διαβάσαμε και γράψαμε, πατέρα, να είσαι ήσυχος. Βοήθησα και τους μικρότερους να κάνουν τα καθήκοντά τους…
Φτωχός: Μπράβο, παιδί μου! Έτσι, να είστε καλοί μαθητές και να σας καμαρώνουμε εγώ κι η μάνα σας…
(Η γυναίκα του φτωχού και τα παιδιά που πήγαν μαζί της στην κουζίνα σερβίρουν το φαγητό με χαρούμενη διάθεση.)
Φτωχός: Μμμμ… Τι καλό φτιάξατε και μυρίζει τόσο ωραία; Μου έσπασε τη μύτη!
Γυναίκα του φτωχού: Τραχανά! Θα τον συνοδέψουμε με φρέσκο ψωμάκι και ελιές.
Φτωχός: Τι λες, καλή μου; Αυτό είναι φαγητό. Θα φάμε σαν βασιλιάδες! Άντε, ελάτε όλοι. Έχω μια πείνα, που δε σας βλέπω!
(Όλοι παίρνουν θέση στο τραπέζι.)
Φτωχός: Σ’ ευχαριστούμε, Θεέ μου, για το σημερινό φαγητό στο τραπέζι μας.
(Κάνουν τον σταυρό τους και τρώνε με όρεξη.)
Μικρότερο παιδί: Μπαμπάκα μου, δεν ήρθε η ώρα για τη λύρα;
Παιδιά: Ναι! Ναι! Ώρα για τραγούδι και χορό!
Γυναίκα του φτωχού: (Ψευτομαλώνει τα παιδιά) Αφήστε, βρε διαόλια, τον πατέρα σας. Είναι κουρασμένος.
Φτωχός: Και τι θα με ξεκουράσει καλύτερα από το να καλοπεράσω με την οικογένειά μου; Παιδιά, φέρτε μου τη λύρα. (Στη γυναίκα του, τρυφερά) Έλα κι εσύ, αηδόνα μου, να τραγουδήσεις με τη γλυκιά σου τη φωνή…
Γυναίκα του φτωχού: (Στα παιδιά της) Να, κάτι τέτοια μου ’λεγε και τον παντρεύτηκα, που δεν είχε βρακί να φορέσει!
(Γελάνε όλοι. Ένα παιδί δίνει τη λύρα στον φτωχό, που αρχίζει να παίζει.)

Σκηνή 2
(Τα φώτα στην αριστερή πλευρά της σκηνής σβήνουν και φωτίζεται η δεξιά πλευρά. Ο πλούσιος κάθεται στον καναπέ μόνος και κακοδιάθετος. Από το σπίτι του φτωχού ακούγονται γέλια και τραγούδια.)
Πλούσιος: Τα έχω όλα. Είμαι πλούσιος, έχω το πιο όμορφο σπίτι σε όλο το χωριό… Αλλά ο γείτονας, που είναι φτωχός και σκοτώνεται στη δουλειά όλη μέρα, περνάει καλύτερα από μένα. Κάθε βράδυ τα ίδια, γλέντια και τραγούδια…
(Σηκώνεται και κοιτιέται στον καθρέφτη.)
Γιατί να μην είμαι κι εγώ ευτυχισμένος σαν αυτόν; Τι μου λείπει; Δεν μπορώ να καταλάβω…
(Σωριάζεται πάλι στον καναπέ. Σκέφτεται με το κεφάλι μες στα χέρια του.)
Το βρήκα! (Πετάγεται και φωνάζει) Θα του δώσω ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, ας πούμε χίλια γρόσια, να δω τι θα κάνει! Έτσι κι αλλιώς, εμένα δε θα μου λείψουν…
(Μπαίνει ο υπηρέτης του πλούσιου.)
Υπηρέτης: Με φώναξες, αφεντικό;
Πλούσιος: Όχι, όχι…
Υπηρέτης: (Απευθύνεται στο κοινό) Τώρα άρχισε και να μιλάει μόνος του!
Πλούσιος: Όμως… Άκου να σου πω… Θέλω αύριο να πας πρωί πρωί στο σπίτι του φτωχού, εδώ απέναντι, και να του πεις πως τον θέλω. Αν σε ρωτήσει, πες του πως πρόκειται για κάτι που θα του αλλάξει τη ζωή!
Υπηρέτης: (Φεύγει μουρμουρίζοντας) Ε ρε, παραξενιές που έχουν αυτοί οι πλούσιοι…

Σκηνή 3
(Τα φώτα χαμηλώνουν και ο πλούσιος αποχωρεί από τη σκηνή. Καθώς τα φώτα δυναμώνουν, μπαίνουν ο υπηρέτης του πλούσιου και ο φτωχός.)
Φτωχός: Μα τι με θέλει, άραγε; Αυτός με το ζόρι μου λέει μια καλημέρα…
Υπηρέτης: Και πού να ξέρω εγώ; Δεν είναι δουλειά μου να ρωτάω… Να, θα σου τα πει ο ίδιος.
(Μπαίνει ο πλούσιος και ο υπηρέτης αποχωρεί.)
Πλούσιος: (Σφίγγει εγκάρδια το χέρι του φτωχού) Ωωω, αγαπητέ μου! Καλώς ήρθες! Παρακαλώ, κάθισε…
Φτωχός: (Σαστισμένος) Καλημέρα, γείτονα! (Κάθεται διστακτικά στον καναπέ.) Ήθελες να με δεις για κάτι σημαντικό…
Πλούσιος: Ναι, πολύ σημαντικό… Ξέρεις, θέλω να κάνω ένα καλό… Τόσο καιρό σε γνωρίζω, έχεις γυναίκα και παιδιά και όλη μέρα δουλεύεις. Αποφάσισα να σε βοηθήσω. Να… (Βγάζει από την τσέπη του ένα πουγγί) εδώ μέσα βρίσκονται χίλια γρόσια. Πάρτα! (Προσφέρει το πουγγί στον φτωχό, που δεν κάνει καμία κίνηση να το πάρει) Δε θέλεις να ξεφύγεις από τη φτώχεια και να αλλάξεις τη ζωή σου; Μη φοβάσαι, δε στα δίνω δανεικά… Σου τα χαρίζω!
Φτωχός: Δεν το πιστεύω! Τι να πω; (Σηκώνεται από τον καναπέ και παίρνει το πουγγί) Ευχαριστώ!
Πλούσιος: (Κατευθύνει τον φτωχό προς την πόρτα, χτυπώντας τον φιλικά στον ώμο) Στο καλό, αγαπητέ μου!

Σκηνή 4
(Τα φώτα στη δεξιά πλευρά της σκηνής σβήνουν και φωτίζεται η αριστερή πλευρά.)
Γυναίκα του φτωχού: Λοιπόν, τι σε ήθελε ο πλούσιος γείτονάς μας; (Αστειεύεται) Να μιλήσετε για τις επιχειρήσεις σας;
Φτωχός: Άσε με, δεν έχω όρεξη για αστεία…
Γυναίκα του φτωχού: Άντε, ώρα να κινήσουμε για τη δουλειά. Αργήσαμε.
Φτωχός: Το κεφάλι μου βουίζει…
Γυναίκα του φτωχού: Τι έπαθες, καλέ μου; Αρρώστησες; (Τον αγγίζει στο μέτωπο να δει αν έχει πυρετό.)
Φτωχός: (Την αποφεύγει) Μην ανησυχείς… Το μόνο που θέλω είναι λίγη ησυχία. Δε θα έρθω σήμερα στη δουλειά.
Γυναίκα του φτωχού: Καλά, η υγεία πάνω απ’ όλα! Μάλλον σου χρειάζεται λίγη ξεκούραση… Κάτσε στο σπίτι να συνέλθεις.
(Η γυναίκα του φτωχού φεύγει και ο φτωχός κόβει βόλτες γύρω από το τραπέζι ανήσυχος.)
Φτωχός: Ποτέ στη ζωή μου δεν έπιασα τόσα λεφτά στα χέρια μου! Τι να τα κάνω; Πώς να τα αξιοποιήσω καλύτερα;
(Με κάθε ιδέα που του έρχεται στο μυαλό ενθουσιάζεται και μετά πάλι απογοητεύεται.)
Να ανοίξω πραματευτάδικο; Και τι ξέρω εγώ από αυτές τις δουλειές;
Να βάλω τα χρήματα στην τράπεζα; Μπα, σιγά τον τόκο που θα πάρω…
Να πάρω αμπελοχώραφα; Πάλι δε θα δουλεύω όλη μέρα;
(Μπαίνουν τα παιδιά, φωνάζοντας και γελώντας.)
Μεγαλύτερο παιδί: Μπαμπά, πήρα άριστα 10 στο τετράδιο! Να σου το δείξω;
Φτωχός: Όχι τώρα! Δε βλέπεις ότι είμαι απασχολημένος;
Μεγαλύτερο παιδί: (Απογοητευμένο) Καλά, μπαμπά… Με συγχωρείς.
Φτωχός: (Μαλώνει τα μικρότερα παιδιά) Κι εσείς διαόλια χαλάσατε τον κόσμο! Μπρος, στο δωμάτιό σας γρήγορα. Και τσιμουδιά…
(Τα παιδιά φεύγουν στεναχωρημένα. Μπαίνει η γυναίκα του φτωχού και τον χαϊδεύει τρυφερά στο κεφάλι.)
Γυναίκα του φτωχού: Νιώθεις καλύτερα; Θα φτιάξω τώρα μια σουπίτσα που σου αρέσει, είναι και δυναμωτική…
Φτωχός: Δε θέλω να φάω, δεν έχω όρεξη. Να φάτε εσείς και να βάλεις τα παιδιά για ύπνο. Μου πήραν το κεφάλι με τις φωνές τους!
Γυναίκα του φτωχού: (Βγαίνει μονολογώντας) Άλλο πάλι και τούτο! Κάτι δεν πάει καλά, το νιώθω…

(Σβήνουν τα φώτα της σκηνής. Μετά από λίγο ξανανοίγουν και ακούγεται το λάλημα ενός κόκορα. Ο φτωχός κάθεται στο τραπέζι, με κόκκινα μάτια και ανακατεμένα μαλλιά.)
Φτωχός: Τι να κάνω, τι να κάνω; Βρε μπελάς που με βρήκε!
(Μπαίνει η γυναίκα του φτωχού.)
Γυναίκα του φτωχού: Μόνος σου μιλάς, Χριστιανέ μου;
Φτωχός: Γυναίκα, κοντεύω να τρελαθώ…
Γυναίκα του φτωχού: Δεν το βλέπω; Έχεις γίνει άλλος άνθρωπος. Δε σε αναγνωρίζω…
Φτωχός: (Σαν να συνέρχεται) Γιατί το λες αυτό, καλή μου; Έχεις παράπονο από μένα;
Γυναίκα του φτωχού: (Κάθεται δίπλα του και πιάνει τα χέρια του) Ο Θεός να με κάψει! Μα… από τότε που σε κάλεσε ο πλούσιος στο σπίτι του δεν έχεις διάθεση για δουλειά, δεν τρως, δεν κοιμάσαι! Μπορεί να μην το καταλαβαίνεις, αλλά έχει αλλάξει η συμπεριφορά σου απέναντι στα παιδιά. Όλο τα μαλώνεις να μην κάνουν φασαρία, ούτε να γελάσουν δεν τα αφήνεις… Και απέναντί μου άλλαξες. Εμείς δεν τα λέγαμε πάντα όλα μεταξύ μας; Τι σου συμβαίνει, καλέ μου; (Ο φτωχός την κοιτάει στα μάτια συγκινημένος) Εσύ δεν έλεγες ότι, αφού έχουμε ο ένας τον άλλο, τα παιδάκια μας και την υγειά μας, τα έχουμε όλα στη ζωή;
(Ο φτωχός την αγκαλιάζει.)
Φτωχός: Έχεις δίκιο, αγάπη μου. Είμαι ο πιο τυχερός άνθρωπος στον κόσμο! Τώρα ξέρω τι πρέπει να κάνω. (Φωνάζει τα παιδιά) Ελάτε, παιδάκια μου! (Τα παιδιά μπαίνουν στη σκηνή, κάπως μουδιασμένα στην αρχή, αλλά βλέποντας τον πατέρα τους όπως τον ήξεραν αρχίζουν τα γέλια και τις χαρές) Ετοιμάστε το φαγητό. Βρείτε και τη λύρα μου. Θα το κάψουμε απόψε!

(Ενώ στη σκηνή γίνονται ετοιμασίες για τραπέζι και γλέντι, ο φτωχός κατεβαίνει από τη σκηνή και ψάχνει τον πλούσιο στον χώρο του θεάτρου. Ρωτάει και κάποιους θεατές αν ξέρουν τον πλούσιο και αν τον έχουν δει. Τελικά τον βρίσκει καθισμένο κάπου μεταξύ των θεατών.)
Φτωχός: Εδώ είσαι; Σε έψαχνα παντού, καλέ μου άνθρωπε.
Πλούσιος: Γιατί; Τι με θέλεις;
(Ο φτωχός οδηγεί τον πλούσιο στη σκηνή.)
Φτωχός: Σ’ ευχαριστώ και πάλι για τα γρόσια που μου έδωσες, αλλά κατάλαβα πως δεν τα χρειάζομαι. Ορίστε… (Του δίνει το πουγγί με τα γρόσια) Μπορείς, αν θέλεις, να τα δώσεις σε κάποιον άλλο. Εμένα μόνο σκοτούρα μου έφεραν…
Πλούσιος: (Έκπληκτος) Α, εσύ είσαι για δέσιμο!
Φτωχός: Όχι, γείτονα, λάθος κάνεις. Όσο είχα τα γρόσια σου ήμουν δεμένος, αλλά τώρα ελευθερώθηκα! Έλα μαζί μου στο φτωχικό μου, να γλεντήσεις μαζί μας και να δεις τι θα πει πραγματική ευτυχία.
(Ο φτωχός οδηγεί τον πλούσιο στο τραπέζι. Τα φώτα χαμηλώνουν. Ακούγεται να παίζει λύρα, χαρούμενες φωνές και γέλια.)
Διασκευή - Σκηνοθεσία: Μ. Ελένη, Α2