Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2017

Το tango της προσωπικής αντωνυμίας

Για να μάθουμε και τις προσωπικές αντωνυμίες "μετά μουσικής", παρακολουθήσαμε με τους μαθητές και τις μαθήτριες της Α΄ Γυμνασίου...

Το tango της προσωπικής αντωνυμίας


Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 2017

Στη μηχανή του χρόνου - Από τον Μ. Κωνσταντίνο στον Ιουστινιανό

Η μηχανή του χρόνου ταξίδεψε τους μαθητές και τις μαθήτριες της Β' Γυμνασίου στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου και του Ιουστινιανού! Από τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης μέχρι τη Στάση του Νίκα, η βυζαντινή ιστορία "ζωντανεύει" μέσα από σελίδες ημερολογίου, διαλόγους και επιστολές, τις οποίες έγραψαν τα παιδιά αναλαμβάνοντας ρόλο πρωταγωνιστή, αυτόπτη μάρτυρα των ιστορικών γεγονότων ή αφανούς ήρωα.

Από το ημερολόγιο του Κωνσταντίνου Α΄
Αγαπητό μου ημερολόγιο, 
   Έφτασε επιτέλους η πολυπόθητη μέρα να εγκαινιάσω την Πόλη! Οι εργασίες έχουν ολοκληρωθεί, το Ιερόν Παλάτιον, το κτίριο της Συγκλήτου, τα δημόσια κτίρια, τα ισχυρά τείχη είναι έτοιμα! Ήρθαν και τα λαμπρά αγάλματα που περίμενα από την Αθήνα και τώρα κοσμούν την κεντρική πλατεία. Πρέπει να περάσω και από τον ιππόδρομο, για να ελέγξω πού τοποθετήθηκε η στήλη που ήρθε από τους Δελφούς. Η νέα μου πρωτεύουσα έχει την αίγλη που της ταιριάζει και θα λάμπει στα εγκαίνιά της! Είμαι πολύ ικανοποιημένος… 


   Θα δώσω εντολή να κρατήσουν σαράντα μέρες οι γιορτές! 'Ένα τέτοιο έργο πρέπει να τιμηθεί δεόντως… Νιώθω ότι η απόφασή μου να μεταφέρω την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας στην Ανατολή ήταν σωστή. Αυτή η πόλη θα μείνει στην ιστορία!

Τ. Βίκτωρας - Τ. Τάσος, Β4

Ήμουν κι εγώ εκεί… στα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης
Αγαπημένο μου ημερολόγιο, 
   Σήμερα, μετά από σαράντα ολόκληρες μέρες εορτασμών, κατά τις οποίες ο μεγάλος μας αυτοκράτορας Κωνσταντίνος επέδειξε με κάθε τρόπο σε μας, τους κατοίκους της πόλης του, την αυτοκρατορική του γενναιοδωρία, ολοκληρώθηκαν οι λαμπρές τελετές των εγκαινίων της Νέας Ρώμης. 
   Στο κέντρο της αγοράς του Κωνσταντίνου, στην κορυφή της στήλης που κατασκευάστηκε στο σημείο όπου ο αυτοκράτοράς μας είχε δει το θείο όραμα που τον καθοδήγησε να οριοθετήσει τη νέα πόλη, τοποθετήθηκε το άγαλμά του ως Ήλιου, αστραφτερό και καμωμένο από χρυσό! Τα επτά τύμπανα από πορφυρό γρανίτη έχουν μεταφερθεί από την Τροία, ενώ στα θεμέλια της στήλης άκουσα να λένε ότι τοποθετήθηκαν αντικείμενα ιδιαίτερης συμβολικής αξίας, τόσο για τους χριστιανούς όσο και για τους εθνικούς: η πέτρα την οποία είχε χτυπήσει ο Μωυσής για να αναβλύσει νερό στην έρημο, ψάθα από τα πανέρια με τα οποία οι μαθητές του Ιησού είχαν μεταφέρει τα ψωμιά και τα ψάρια στο θαύμα της Γαλιλαίας, αλλά και το Παλλάδιο, το άγαλμα της Αθηνάς που ο Αινείας είχε φέρει μαζί του στη Ρώμη από την Τροία. Η στήλη αυτή θα είναι ένα είδος φυλαχτού για την πόλη μας…


   Αφού παρακολουθήσαμε με δέος την τοποθέτηση του αγάλματος στην κορυφή της στήλης, πήγαμε όλοι στον Ιππόδρομο. Ο αυτοκράτορας ήταν ντυμένος με τη μεγαλοπρέπεια που ταίριαζε στην περίσταση. Μάλιστα, φορούσε κι ένα υπέροχο διάδημα, στολισμένο με πολύτιμους λίθους και μαργαριτάρια. Πριν από την έναρξη της αρματοδρομίας, στην αρένα μπήκε ένα άρμα, πάνω στο οποίο ήταν ένα εντυπωσιακό χρυσό άγαλμα του Κωνσταντίνου που κρατούσε ένα μικρότερο άγαλμα της Τύχης. Το άρμα το συνόδευε τμήμα της αυτοκρατορικής φρουράς με τελετουργικές και λαμπρές ενδυμασίες. Τι θαυμαστό θέαμα! Όλοι μείναμε με ανοιχτό το στόμα! Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο καλός μας αυτοκράτορας μοίρασε στον συγκεντρωμένο κόσμο νομίσματα που είχαν κοπεί ειδικά για την περίσταση, με την προσωποποίηση της πόλης και τη Νίκη.


   Αυτή τη μέρα δε θα την ξεχάσω ποτέ, όσο ζω… Είμαι ενθουσιασμένος και νιώθω πως είμαι πολύ τυχερός που κατοικώ σ’ αυτή τη σπουδαία πόλη! 
Χ. Κατερίνα, Β4

Διάλογος Ιουστινιανού - Θεοδώρας
ΝΙΚΑ! ΝΙΚΑ! ΝΙΚΑ!



Θεοδώρα: Ιουστινιανέ, τι γίνεται; Τι κραυγές είναι αυτές;
Ιουστινιανός: Οι Βένετοι και οι Πράσινοι εξεγέρθηκαν στον ιππόδρομο. Ξεσήκωσαν και τον λαό… Καταστρέφουν και καίνε τα πάντα. Ούτε η Αγία Σοφία δε γλύτωσε!
Θεοδώρα: Θεέ μου, βοήθησέ μας! 
Ιουστινιανός: Υπάρχουν και χειρότερα… Ανακήρυξαν τον Υπάτιο αυτοκράτορα.
Θεοδώρα: ΦΙΔΙ!
Ιουστινιανός: Αυτοκράτειρά μου, είμαστε περικυκλωμένοι και η κατάσταση είναι ανεξέλεγκτη! Φοβάμαι πως ήρθε το τέλος μας… Πρέπει να φύγουμε τώρα από το παλάτι, όσο είναι καιρός! 
Θεοδώρα: Τι είναι αυτά που λες, Ιουστινιανέ; Αν θέλεις, βέβαια, να σωθείς, δεν υπάρχει πιο εύκολο πράγμα. Χρήματα έχουμε πολλά∙ να και η θάλασσα, να και τα καράβια. Θέλεις όμως να σε θυμούνται σαν έναν φυγά, έναν δειλό; Όσο για μένα, να μη σώσω να ζω, αν δε φορώ τη βασιλική αυτή πορφύρα κι αν είναι να ’ρθει η μέρα που εκείνοι που θα με συναντούν δε θα λένε «Να η Αυτοκράτειρά μας»! Είναι προτιμότερο να πεθάνουμε ένδοξα αγωνιζόμενοι, παρά να ζήσουμε άδοξα…
Ιουστινιανός: Σοφά τα λόγια σου, Θεοδώρα. Ωστόσο,… δε θα είναι εύκολη η καταστολή της στάσης.
Θεοδώρα: Να είσαι αποφασιστικός και αμείλικτος, αυτοκράτορά μου!
Ιουστινιανός: Θα δώσω αμέσως εντολή να ετοιμαστεί ο στρατός!

Μ. Μαρία, Β2

Ήμουν κι εγώ εκεί... στη Στάση του Νίκα 
   Ήταν μία όμορφη μέρα. Ήμασταν με τον αδελφό μου στον Ιππόδρομο. Για μία μέρα είχαμε κι εμείς, ο απλός λαός της Κωνσταντινούπολης, την ευκαιρία να διασκεδάσουμε παρακολουθώντας τους αγώνες, χαζεύοντας τους μίμους, τους ακροβάτες, τα εξωτικά άγρια ζώα, να ξεχάσουμε τα βάσανά μας… Αλλά πώς; Όταν ανησυχείς αν θα έχεις ψωμί την επόμενη μέρα, ούτε ο ιππόδρομος δεν μπορεί να σε κάνει να ξεχαστείς. Φόροι, κι άλλοι φόροι, για να εξυπηρετείς εσύ, Ιουστινιανέ, τα φιλόδοξα σχέδιά σου.
   Ήταν επόμενο κάποια στιγμή ο λαός να αντιδράσει. Μόνο στον ιππόδρομο σε βλέπουμε, αυτοκράτορα… Το πλήθος ξεσηκώθηκε, φώναζε. Μαζί κι εμείς… Η φωνή μας δυνάμωσε και θέλαμε να ακουστεί παντού, σε όλη την Πόλη. «Νίκα, νίκα!». Ξεχυθήκαμε σαν ορμητικό ποτάμι από τον ιππόδρομο. Ναι, έγιναν καταστροφές, αλλά ποιος μπορεί να ελέγξει ένα αγριεμένο πλήθος;
   Κάποιοι είπαν ότι σχεδίαζες να το σκάσεις, σαν ένας δειλός. Κανένας άξιος αυτοκράτορας δε θα το σκεφτόταν αυτό... Τελικά βέβαια δεν έφυγες. Ήταν να γίνει το κακό…
   Πολλοί από τους εξεγερμένους εγκλωβίστηκαν στον ιππόδρομο. Μακελειό… Οι στρατιώτες σου έσφαζαν όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Αίμα. Θάνατος. Οι άνθρωποι προσπαθούσαν να ξεφύγουν, να σωθούν. Μάταια… Τους σκότωσαν όλους, αυτοκράτορα. Όλους…
   Βλέπεις, Ιουστινιανέ, κανένας Θεός δε θα ενέκρινε τον θάνατο τόσων ανθρώπων. Κανένας ικανός αυτοκράτορας δε θα έπνιγε στο αίμα το πρόβλημα, αντί να το λύσει. Τώρα χαίρεσαι… Η δύναμη των δήμων περιορίστηκε, η αυτοκρατορική εξουσία ενισχύθηκε, κανένας δεν τολμά να σου εναντιωθεί. Μαθαίνω πως ετοιμάζεις εκστρατείες, θέλεις «να αποκαταστήσεις τη ρωμαϊκή Οικουμένη»… 
   Γράφω για να ξεσπάσω την αγανάκτηση που με πνίγει… Πενθούμε τον αδελφό μου, που σφαγιάστηκε στον ιππόδρομο μαζί με τόσους άλλους.
Χ. Αριάδνη, Β4

Εντυπώσεις από τη Βασιλεύουσα - αγορά και Αγία Σοφία
Αγαπητέ μου φίλε Θεόδωρε,
   Σου γράφω από τη Βασιλεύουσα. Τι υπέροχη πόλη! Ο πατέρας μου κράτησε την υπόσχεσή του και με πήρε μαζί του στην Κωνσταντινούπολη. Μπορείς να φανταστείς την ανυπομονησία μου να επισκεφτώ για πρώτη φορά την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας μας!
   Με την είσοδό μας στην πόλη, ένιωσα πως έμπαινα σε έναν διαφορετικό κόσμο, έναν κόσμο βγαλμένο από παραμύθι. Πλήθος εμπόρων πουλούσαν ό,τι μπορείς να φανταστείς. Κάθε λογής ψάρια, όλων των ειδών τα μπαχαρικά, πολύτιμα υφάσματα και μεταξωτά, είδη πολυτελείας από τα πέρατα της γης! Η αγορά ήταν γεμάτη κόσμο. Ο αέρας μύριζε κανέλα και γαρίφαλο. Μαζί με τις μυρωδιές, η θαλασσινή αύρα του Βοσπόρου κι οι γλάροι που πετούσαν από πάνω μας δημιουργούσαν ένα μοναδικό σκηνικό.
   Αλλά περισσότερο κι από την αγορά με εντυπωσίασε η Αγία Σοφία. Η εκκλησία, που χτίστηκε μόλις μέσα σε πέντε χρόνια και δέκα μήνες από τους αρχιτέκτονες Ανθέμιο και Ισίδωρο, ορθώνεται μεγαλόπρεπη και επιβλητική. Είναι ένα μοναδικό έργο, που μαρτυρά το μεγαλείο του Ιουστινιανού και της βασιλείας του.


   Στο αίθριο είδαμε μία μαρμάρινη κρήνη, στην οποία είναι χαραγμένη η επιγραφή «ΝΙΨΟΝΑΝΟΜΗΜΑΤΑΜΗΜΟΝΑΝΟΨΙΝ», που σημαίνει: «ξέπλυνε τις αμαρτίες σου και όχι μόνο το πρόσωπό σου». Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε το γεγονός ότι η φράση αυτή, αν αναγνωσθεί ανάποδα (από δεξιά προς τα αριστερά) αποδίδει τις ίδιες λέξεις, επομένως και το ίδιο νόημα.


   Αλλά και το εσωτερικού του ναού είναι υπέροχο! Το φως περνάει μέσα από τα παράθυρα στη βάση του τρούλου, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι αυτός δε στηρίζεται πουθενά, αλλά κρέμεται από τους ουρανούς. Οι τοίχοι λάμπουν σαν από χρυσάφι χάρη στις θαυμάσιες ψηφιδωτές εικόνες και κάθε άλλη επιφάνεια καλύπτεται από πολύχρωμα μάρμαρα!


   Όπως μου ανέφερε ο πατέρας μου χαρακτηριστικά, τα μάρμαρα των κιόνων και των ορθομαρμαρώσεων επιλέχτηκαν από όλες τις γωνιές της Μεσογείου, από τη Λιβύη, την Αίγυπτο, τη Μικρά Ασία και την Ελλάδα. Έτσι, στο εσωτερικό του ναού είναι παρούσα όλη η αυτοκρατορία!


   Η Αγία Σοφία με μάγεψε, με μαγνήτισε. Το ίδιο συναίσθημα πιστεύω πως νιώθει κάθε επισκέπτης. Είμαι σίγουρος πως, όσοι αιώνες κι αν περάσουν, αυτή η εκκλησία δε θα χάσει την αίγλη της. Νιώθω τυχερός που την επισκέφτηκα, και εύχομαι στο μέλλον να μπορέσω να την επισκεφτώ ξανά. Μόνο αν τη δεις από κοντά θα καταλάβεις όλα όσα σου περιγράφω. Είναι ό,τι πιο εντυπωσιακό έχω αντικρίσει στη ζωή μου!


   Αύριο θα πάμε με τον πατέρα μου στον ιππόδρομο. Ανυπομονώ… Όταν γυρίσουμε στη Θεσσαλονίκη, θα έχω πολλά να σου πω!
   Προς το παρόν σε χαιρετώ, 
Ο φίλος σου Βησσαρίων
Α. Νίκος, Β2

Εντυπώσεις από τη Βασιλεύουσα - μια μέρα στον ιππόδρομο
Αγαπητέ μου Μάξιμε, 
   Σου γράφω από τη Βασιλεύουσα, την πιο υπέροχη πόλη που μπορείς να φανταστείς! Φτάσαμε το πρωί με τον πατέρα μου, που θέλει να αγοράσει εμπορεύματα από την αγορά της Πόλης. Ευτυχώς θα έχουμε και λίγο ελεύθερο χρόνο κάθε μέρα, κι έτσι πιστεύω πως θα προλάβουμε να δούμε αρκετά από τα πολλά αξιοθέατα που υπάρχουν εδώ... 
   Πρώτη μέρα στην Κωνσταντινούπολη, λοιπόν, και πήγαμε στον ιππόδρομο! Είναι τεράστιος και έχει σχήμα πετάλου.


Τέσσερα υπέροχα επιχρυσωμένα άλογα στέκονται περήφανα ψηλά, πάνω σε έναν πύργο...


   Όταν ήρθε η ώρα, οι δώδεκα πύλες του ιπποδρόμου άνοιξαν ταυτόχρονα και, παρά το γεγονός ότι το συγκεντρωμένο πλήθος ήταν μεγάλο, δε στριμωχτήκαμε, αλλά περάσαμε όλοι μέσα άνετα και γρήγορα. Στο κέντρο της αρένας είδαμε ένα χαμηλό φράγμα, γύρω από το οποίο γίνονται οι αρματοδρομίες, καθώς σε κάθε άκρο του ένας πάσσαλος οριοθετεί το σημείο στροφής.


   Ο αγώνας που παρακολουθήσαμε ήταν καταπληκτικός! Οι δήμοι ξεσήκωναν το πλήθος και οι φίλαθλοι υποστήριζαν τις ομάδες τους με πάθος. Αδύνατο να μείνεις αμέτοχος… Φωνάζαμε κι εμείς, η αδρεναλίνη μας είχε φτάσει στα ύψη! Απίστευτη εμπειρία! Τελικά, νίκησαν οι Βένετοι, αυτοί με τις ωραίες γαλάζιες στολές. 
   Είδαμε και τον Αυτοκράτορα! Καθόταν στο Κάθισμα, το θεωρείο από όπου παρακολουθεί τους αγώνες ο ίδιος και τα μέλη της οικογένειάς του. Έμαθα πως το κάθισμα συνδέεται με το Παλάτι με μια σπειροειδή σκάλα. Για φαντάσου! 
   Μετά τις αρματοδρομίες, κουρασμένοι και κατασκονισμένοι, χρειαζόμασταν οπωσδήποτε ένα καλό μπάνιο! Έτσι, επισκεφτήκαμε τα λουτρά του Ζευξίππου, που βρίσκονται πολύ κοντά στον ιππόδρομο. Εκεί να δεις μεγαλεία! Πλούσια διακόσμηση, με πλήθος αγαλμάτων, μωσαϊκών και προσωπογραφιών, και περιποίηση… βασιλική! 


   Κάπου εδώ πρέπει όμως να σ’ αφήσω, γιατί αύριο με περιμένει μια κουραστική μέρα… Θα πάμε με τον πατέρα μου στην αγορά της Πόλης κι έχουμε πολλή δουλειά. Ελπίζω βέβαια να βρούμε τον χρόνο να επισκεφθούμε και την περιβόητη Αγία Σοφία. Θα σου γράψω πάλι μόλις μπορέσω. 
   Δώσε τους χαιρετισμούς μου στους δικούς σου, 
Ο φίλος σου Στέφανος
Μ. Μαρία, Β2

Άλλοι/ες προτίμησαν τη ζωγραφική ή το κολάζ.

Αγία Σοφία
Κ. Μαριλένα, Β2

Ι. Άννα Μαρία, Β2

Μ. Μύρων, Β4

Παρασκευή 1 Δεκεμβρίου 2017

Ο φτωχός και τα γρόσια

Το μάθημα των Νεοελληνικών Κειμένων για την Α΄ τάξη ξεκίνησε με λαϊκά παραμύθια. Στο πλαίσιο της διδασκαλίας του παραμυθιού "Ο φτωχός και τα γρόσια" οι μαθητές/τριες ζωγράφισαν σκηνές που τους έκαναν εντύπωση...

 Ο μόχθος του φτωχού
Α. Χρήστος, Α2
Ο φτωχός παίζει μουσική
Κ. Μαρία, Α1
Ο πλούσιος δίνει τα γρόσια στον φτωχό
Μ. Φαίη, Α1
Κ. Μαριλέτα, Α1
Α. Ρουμπίνα, Α1
Σ. Χριστίνα, Α3
Ο προβληματισμός του φτωχού
Ν. Αλέξης, Α1
Ι. Στέλλα, Α1
Λ. Ελένη, Α3
Ο φτωχός επιστρέφει τα γρόσια
Σ. Ιωάννα, Α2

Απέδωσαν το παραμύθι σε μορφή κόμικς...

Ζ. Ραφαηλία, Α1
Κ. Τάσος, Α2

Άλλοι/ες προτίμησαν να δώσουν ένα διαφορετικό τέλος στο παραμύθι.

Άλλο τα λεφτά και άλλο η ευτυχία… 
   Ο φτωχός αναστατώθηκε. Ποτέ στη ζωή του δεν είχε τόσα λεφτά. Στην αρχή το μυαλό του θόλωσε, δεν ήξερε τι να τα κάνει. Ώσπου κάποια στιγμή «Το βρήκα!» σκέφτηκε, «Θα ανοίξω ένα κατάστημα τροφίμων.»
   Από την αρχή το μαγαζί πήγαινε πολύ καλά. Ο φτωχός δούλευε από το πρωί ως το βράδυ. Η τσέπη του ήταν γεμάτη. Ξεχρέωσε τον πλούσιο, έβγαζε πολλά λεφτά δουλεύοντας συνεχώς, αλλά τώρα πια δεν ήταν ευτυχισμένος, αφού ασχολούνταν μόνο με το πώς θα βγάλει περισσότερα και δεν είχε πια χρόνο για να χαρεί με την οικογένειά του και να παίξει τη λύρα του, όπως παλιά. 
   Όπως φαίνεται, τα λεφτά δε φέρνουν πάντα την ευτυχία… 
Α. Παναγιώτης, Α1 

Μια αγαπημένη οικογένεια 
   Περνάει μια μέρα, περνούν δύο και την τρίτη ο φτωχός είχε μια πολύ καλή ιδέα: να ανοίξει ένα παντοπωλείο με ό,τι θα μπορούσε να χρειαστεί ένας αγρότης! Η περιοχή ήταν αγροτική κι έτσι η πελατεία του φτωχού ήταν μεγάλη. Σιγά σιγά άρχισε να μαζεύει πολλά χρήματα, πολύ περισσότερα από αυτά που του είχε δώσει ο πλούσιος. Όλη η οικογένεια του φτωχού εργαζόταν στο παντοπωλείο, ενώ κάθε βράδυ γλεντούσαν χαρούμενοι για την καλή τους τύχη. 
   Μια μέρα ο φτωχός πήγε στον πλούσιο για να του επιστρέψει τα γρόσια. «Φίλε μου, να τα χρήματα που μου έδωσες… Άνοιξα δικό μου μαγαζί και πλούτισα. Κι εγώ και η οικογένειά μου σ’ ευχαριστούμε από καρδιάς!»
   Έτσι ο πλούσιος κατάλαβε ότι το μυστικό της ευτυχίας τους φτωχού δεν είχε να κάνει με τα λεφτά, αλλά με την οικογένειά του, που ήταν πάντα δεμένη και αγαπημένη! 
Ι. Εύη, Α1

Η φιλία φέρνει την ευτυχία…
   Ο φτωχός, αφού ηρέμησε και τα ξαναβρήκε με τη γυναίκα του και τα παιδιά του, αξιοποίησε τα λεφτά που του έδωσε ο πλούσιος γείτονάς του και έγινε κι αυτός πλούσιος! Αφού έβαλε ένα μέρος των χρημάτων στον τόκο, πήρε αμπελοχώραφα και έχτισε ένα ωραίο καινούργιο σπίτι. 
   Μια μέρα πήγε να βρει τον πλούσιο, του έδωσε πίσω τα γρόσια του και τον ευχαρίστησε με όλη του την καρδιά για την καλοσύνη του. Μάλιστα, ο πρώην φτωχός και ο πλούσιος έγιναν πολύ καλοί φίλοι και κάθε βράδυ ο πλούσιος διασκέδαζε μαζί με την οικογένεια του φτωχού. Έτσι έγιναν και οι δύο ευτυχισμένοι και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα!
Ι. Γρηγόρης, Α1

Μια καλή πράξη
   Ο φτωχός, όταν του έδωσε ο πλούσιος τα χρήματα, άρχισε να προβληματίζεται τι θα μπορούσε να κάνει μ’ αυτά. Σκέφτηκε, ξανασκέφτηκε, μέχρι που του ήρθε η καλύτερη ιδέα: να δωρίσει τα χρήματα στο ορφανοτροφείο όπου είχε μεγαλώσει κι αυτός! 
   Έτσι, με τα 1000 γρόσια του πλούσιου τα παιδιά του ορφανοτροφείου μπόρεσαν να πάρουν ό,τι είχαν ανάγκη, ρούχα, παιχνίδια, λιχουδιές, και με το παραπάνω… Μα πιο πολύ χάρηκε ο ίδιος ο φτωχός με τη χαρά που έδωσε στα ορφανά. Ήξερε από προσωπική πείρα πως δεν είχε ανάγκη τα χρήματα για να είναι ευτυχισμένος, αφού είχε πια τη δική του οικογένεια…
Π. Ιάκωβος, Α2

Τα γρόσια δε φέρνουν την ευτυχία… 
   Μετά από πολλή σκέψη, ο φτωχός αποφάσισε τελικά να ανοίξει ένα μαγαζί με κάθε είδους εμπορεύματα. Στην αρχή δούλευε μόνο αυτός και η γυναίκα του στο μαγαζί, αλλά, επειδή οι δουλειές πήγαιναν καλά, άρχισε να επεκτείνεται. Άνοιξε κι άλλα μαγαζιά και αγόρασε αμπελοχώραφα. Μάλιστα, αποφάσισε να κάνει την παραγωγή των αμπελιών του κρασί και άνοιξε κι ένα οινοποιείο.
   Τώρα ο φτωχός ήταν πλέον επιχειρηματίας και δεν άργησε να γίνει ο πιο πλούσιος άνθρωπος στην περιοχή, πλουσιότερος και από τον πλούσιο γείτονα που του έδωσε τα γρόσια. Δεν προλάβαινε όμως πια όχι να μιλήσει με τη γυναίκα του, όχι να παίζει λύρα το βράδυ και να χορεύουν τα παιδιά του, αλλά ούτε καλά καλά να δει την οικογένειά του. 
   Μια μέρα ο πλούσιος πήγε να τον δει…
- Τι κάνεις, φίλε μου; Έμαθα πως οι δουλειές σου πάνε πολύ καλά… Είσαι ακόμα τόσο ευτυχισμένος όσο όταν ήσουν φτωχός;
- Τι να σου πω; Όλη τη μέρα πλέον τρέχω και δεν έχω καθόλου χρόνο για μένα και για την οικογένειά μου. Και τι δε θα ’δινα για να ξανά ’χα την παλιά μου ζωή πίσω… Τελικά το κατάλαβα, τα γρόσια δε φέρνουν την ευτυχία… 
Κ. Δημήτρης, Α2

Ο πλούσιος και ο φτωχός
   Έρχεται το βράδυ… Αυτή τη φορά δε θα έπιαναν την λύρα, αλλά θα συζητούσαν όλοι μαζί τι να κάνουνε τα γρόσια.
- Να αγοράσουμε ένα μεγαλύτερο σπίτι, λέει το ένα παιδί.
- Να βάλουμε τα χρήματα στον τόκο, λέει το άλλο.
- Τι θα λέγατε να ανοίξουμε μία ταβέρνα; λέει η γυναίκα του φτωχού. Εγώ θα μαγειρεύω, εσύ, άντρα μου, θα παίζεις τη λύρα και τα παιδιά θα σερβίρουν τους πελάτες μας…
Το πρόσωπο του φτωχού φωτίστηκε… 
- Αυτό είναι! Μπορούμε να προτείνουμε και στον πλούσιο γείτονα, που ξέρουμε ότι του αρέσει το τραγούδι, να τραγουδάει στην ταβέρνα μας. Έτσι, θα γίνουμε μια παρέα!
   Η γυναίκα και τα παιδιά του φτωχού ενθουσιάστηκαν, όπως και ο πλούσιος, παρά τους αρχικούς του δισταγμούς. Έτσι λοιπόν, για να μην τα πολυλογούμε, ξεκίνησαν να φτιάχνουν την ταβέρνα τους σε ένα διπλανό οικόπεδο, που ήταν για χρόνια ερειπωμένο και ακατοίκητο. Την ονόμασαν «Ο πλούσιος και ο φτωχός»… 
   Η ταβέρνα είχε μεγάλη επιτυχία. Όλοι ήθελαν να πάνε εκεί, για να φάνε τα νόστιμα φαγητά που έφτιαχνε η γυναίκα του φτωχού και να διασκεδάσουν με τη λύρα του και με το τραγούδι του πλούσιου. Όσο για τον πλούσιο, έγινε κι αυτός χαρούμενος και ευτυχισμένος, κοντά στον φτωχό και την οικογένειά του!
Φ. Μαριάννα, Α3

Και μία διασκευή του παραμυθιού σε θεατρικό έργο!

Ο φτωχός και τα γρόσια
Αφηγητής: Ήταν ένας φτωχός με πολλά παιδιά και δούλευε με τη γυναίκα του όλη μέρα. Κάθε βράδυ που ήταν κουρασμένοι, ήθελαν να φάνε το ψωμάκι τους ήσυχα κι αγαπημένα, κι έπειτα να πιάσει ο πατέρας τη λύρα του, να χορεύουν τα παιδιά και να περνούν ζωή αγγελική.
(Ακούγεται ήχος λύρας και χαρούμενες φωνές)
Δίπλα έμενε ένας πλούσιος και, σαν άκουγε κάθε βράδυ τα γέλια και τις χαρές του φτωχού, παραξενευόταν.
Σκηνή 1
(Στο σπίτι του πλούσιου. Ο πλούσιος βηματίζει πάνω - κάτω)
Πλούσιος: Δεν μπορώ να καταλάβω, πώς γίνεται αυτοί όλη μέρα να ιδρώνουν πάνω στην αξίνα και το βράδυ να έχουν όρεξη για γλέντια και χάρες; Εγώ, με τόσα χρήματα, κάθε βράδυ γυρνάω στο σπίτι μου με πονοκέφαλο και σκοτούρες… Γιατί να μην είμαι ευχαριστημένος και αναπαμένος σαν τον φτωχό μου γείτονα;
(Κάθεται και συλλογίζεται…) 
Πλούσιος: Το βρήκα! (Σηκώνεται απότομα) Θα του δώσω 1000 γρόσια, να δω τι θα τα κάνει. 

Σκηνή 2 
(Ο πλούσιος χτυπάει την πόρτα του φτωχού)
Πλούσιος: Καλημέρα! Επειδή σε ξέρω τίμιο άνθρωπο, να, σου δίνω αυτά τα χρήματα. Παρ’ τα να ανοίξεις μαγαζί ή ό,τι άλλο θέλεις, κι αν πλουτίσεις, μου τα δίνεις, αλλιώς σου τα χαρίζω…
(Ο πλούσιος δίνει στον φτωχό ένα πουγκί)
Φτωχός: Σ’ ευχαριστώ, καλέ μου γείτονα!
(Ο φτωχός και ο πλούσιος δίνουν τα χέρια)

Σκηνή 3
(Στο σπίτι του φτωχού. Ο φτωχός, με το κεφάλι στα χέρια του, μονολογεί…) 
Φτωχός: Τι να τα κάνω τόσα λεφτά; Να ανοίξω μαγαζί, να τα βάλω στον τόκο, να πάρω αμπελοχώραφα; 
(Μπαίνει η γυναίκα του φτωχού)
Γυναίκα του φτωχού: Έλα, άντρα μου, να φας! Απ’ το πρωί δεν έχεις όρεξη. Ούτε στη δουλειά δεν πήγες… Τι έχεις πάθει όλη μέρα; Γιατί είσαι τόσο σκεπτικός;
Φτωχός: Άσε με, βρε γυναίκα, στις σκοτούρες μου…
(Η γυναίκα του φτωχού φεύγει στεναχωρημένη. Μπαίνουν τα παιδιά του, γελώντας και φωνάζοντας) 
Παιδιά: Μπαμπά, μπαμπά!
Φτωχός: Αφήστε με ήσυχο!
Παιδιά: Μπαμπά, δε θα μας παίξεις λύρα σήμερα; 
Φτωχός: Φύγετε από δω! Μα να μην μπορώ να βρω μια στιγμή ησυχίας σ’ αυτό το σπίτι…
Αφηγητής: Περνά μια βραδιά, περνά άλλη, περνούν τρεις, ούτε λύρα πια ακουγόταν από το σπίτι του φτωχού, ούτε χορός των παιδιών.

Σκηνή 4
(Στο σπίτι του πλούσιου. Ο φτωχός χτυπάει την πόρτα)
Φτωχός: Καλημέρα, γείτονα… Να, πάρε τα γρόσια σου, κι ούτε αυτά θέλω, ούτε τη σκοτούρα τους. Έχασα την ηρεμία μου και τη χαρά της οικογένειάς μου… Καλύτερα φτωχός και χαρούμενος, παρά πλούσιος και δυστυχισμένος! 
(Ο πλούσιος παίρνει τα γρόσια έκπληκτος)
Αφηγητής: Από τότε, πάλι χαρούμενος στο σπίτι του, ο φτωχός έπαιζε τη λύρα του, χόρευαν τα παιδιά του, σαν και πρώτα, και το άλλο πρωί στη δουλειά. 
Μ. Νίκη - Μ. Ευαγγελία, Α3