Οι ταλαντούχοι μαθητές και μαθήτριες του Α3, με αφορμή τη διδασκαλία της αφήγησης και την "Ιστορία μιας φώκιας" του Ζεράρ ντε Νερβάλ, αναδιηγήθηκαν την ιστορία επιλέγοντας την οπτική γωνία της φώκιας, με εξαιρετικά αποτελέσματα!
Η ιστορία μιας φώκιας
Χαίρετε! Να σας συστηθώ… Είμαι η φώκια ενός ψαρά. Ζω σε ένα χωριό ψαράδων. Εμείς οι φώκιες θεωρούμαστε τα σκυλιά των ψαράδων, επειδή είμαστε κοινωνικά ζώα και ζούμε κοντά στους ανθρώπους. Προσωπικά μου αρέσει πολύ η συντροφιά των ανθρώπων! Τώρα ζω με την οικογένεια του κυρίου Γιόχαν, της γυναίκας του Άννα και των τριών παιδιών τους. Είμαστε μια πολύ αγαπημένη οικογένεια και η ζωή μας είναι γεμάτη χαρά, αν εξαιρέσουμε το περιστατικό που θα σας διηγηθώ.
Πολύ καιρό πριν, έπεσε πείνα μεγάλη στον τόπο μου. Ο κύριος Γιόχαν δεν έπιανε καθόλου ψάρια, καθώς αυτά είχαν μεταναστεύσει σε θερμότερα νερά. Μόνο κάτι στρείδια έφερνε, που πολλές φορές ήταν χαλασμένα ή άδεια. Κάθε μέρα έβλεπα τα παιδιά να γίνονται όλο και πιο χλωμά, αλλά και τους γονείς τους να γίνονται αδύναμοι και νευρικοί. Μια μέρα, ο ψαράς είπε στη γυναίκα του κάτι που τη στεναχώρησε τόσο πολύ, ώστε έπεσε γονατιστή στα πόδια του άντρα της κλαίγοντας. Δεν είχα καταλάβει ότι, αυτό που διαδραματιζόταν μπροστά στα μάτια μου αφορούσε τη δική μου τύχη...
Την άλλη μέρα τα χαράματα ο ψαράς με έβαλε μέσα σε μια βάρκα και ύστερα από λίγο με άφησε σε ένα ξερονήσι. Εκεί βρήκα μερικές γνωστές μου φώκιες και έτσι αρχίσαμε αμέσως το παιχνίδι. Λίγη ώρα αργότερα συνειδητοποίησα ότι ο ψαράς και η βάρκα είχαν γίνει καπνός! Αλαφιασμένη έκανα το γύρο του νησιού μήπως και τον συναντήσω, αλλά μάταια. Με το αθώο μου μυαλό σκέφτηκα ότι ο ψαράς πρέπει να είχε δει ένα κοπάδι ψαριών να περνάει και θα τα κυνηγούσε για να πιάσει όσα περισσότερα μπορούσε. Και τότε μου ήρθε μία καταπληκτική ιδέα: θα κολυμπούσα γρήγορα, θα έφτανα στο σπίτι πριν επιστρέψει ο κύριος Γιόχαν και θα του έκανα έκπληξη. Σίγουρα ο ψαράς πρώτα θα πήγαινε σπίτι να αφήσει τα ψάρια που θα έπιανε και μετά θα ερχόταν στο ξερονήσι να με πάρει, άρα θα τον γλίτωνα από ένα περιττό και κουραστικό δρομολόγιο! Γεμάτη ενθουσιασμό, κολύμπησα με όλες μου τις δυνάμεις και έφτασα στο σπίτι σε ελάχιστο χρόνο. Δεν ήταν κανείς μέσα, ούτε τα παιδιά, ούτε η γυναίκα του ψαρά, ούτε ο ίδιος ο ψαράς. Κάθισα λοιπόν μπροστά στη φωτιά και βάλθηκα να στεγνώνω τη γούνα μου. Λίγο αργότερα άκουσα τα βαριά βήματα του ψαρά και κρύφτηκα πίσω από το μεγάλο τσουκάλι. Ο ψαράς δεν είχε φέρει ψάρια, ούτε φαινόταν έτοιμος να ξαναπάει στο ξερονήσι να με πάρει. Αντίθετα, κάθισε κάτω, κάλυψε το πρόσωπό του με το χέρια του και άρχισε να κλαίει. Εγώ δεν πτοήθηκα. Πήρα μία βαθιά ανάσα, βγήκα από τη κρυψώνα μου και, με μια χαρούμενη κραυγή και μια χορευτική φιγούρα, προσγειώθηκα μπροστά στον έκπληκτο ψαρά. Τα κόκκινα από το κλάμα μάτια του άνοιξαν διάπλατα. Για μια στιγμή έμεινε ακίνητος σε κατάσταση σοκ και μετά άρχισε να κλαίει ακόμα πιο σπαραχτικά από πρώτα. Εγώ, με όλη μου την αφέλεια, πίστεψα πως έκλαιγε από τη συγκίνηση, και πήγα και κουλουριάστηκα κοντά του.
Για λίγες μέρες δε συνέβη τίποτα αξιοσημείωτο. Τότε, η μικρότερη κόρη του Γιόχαν, η Μάρτα αρρώστησε σοβαρά. Είχε πολύ υψηλό πυρετό, όλο έτρεμε και δεν είχε δύναμη ούτε να σηκωθεί από το κρεβάτι. Όλη μέρα κάθε μέρα έκανα ό,τι μπορούσα για να την ευθυμήσω. Διόλου δεν πέρασε από το μυαλό μου ότι το φαγητό που έτρωγα προοριζόταν για τη Μάρτα. Ο κύριος Γιόχαν θύμωνε πολύ και έλεγε ότι είμαι βρομόψαρο και ότι τρώω το φαγητό από το στόμα της Μάρτα. Το αποκορύφωμα όμως ήταν όταν μια μακρινή μας συγγενής της οικογένειας μας επισκέφτηκε και μας έφερε για δώρο έναν τεράστιο, λαχταριστό μπακαλιάρο! Η κυρία Άννα τον φύλαξε, τονίζοντας ότι θα τον μαγείρευε για την κόρη της μόλις θα γύριζε στο σπίτι. Ύστερα έριξε ένα προειδοποιητικό βλέμμα σε μένα και έφυγε μαζί με τον άντρα και τα δύο της παιδιά να κόψουν ξύλα, αφήνοντας εμένα και την κοιμισμένη Μάρτα μόνες στο σπίτι. Στην αρχή ήταν μόνο μια σκέψη, που λίγη ώρα αργότερα έγινε επιθυμία και στο τέλος λαχτάρα. Δεν άντεξα. Έφαγα τον μπακαλιάρο! Δεν άφησα ούτε λέπι!
Μόλις γύρισαν στο σπίτι και το κατάλαβε ο ψαράς, έγινε έξαλλος! Μετά από έναν έντονο καυγά, με φόρτωσε ξανά στη βάρκα. Εγώ νόμιζα ότι πηγαίναμε για ψάρεμα όπως παλιά και σε όλη τη διαδρομή ήμουν μες στην καλή χαρά. Όμως αυτή τη φορά ο ψαράς δε με πήγε στο συνηθισμένο μέρος. Αντίθετα, με πήγε στα ανοιχτά. Εκεί που ατένιζα το βαθύ γαλάζιο, ο ψαράς με αρπάζει και με πετά στην παγωμένη θάλασσα. Αυθόρμητα, άπλωσα τα πτερύγιά μου και πιάστηκα από την κουπαστή. Γεμάτη απορία γι’ αυτήν την παράξενη συμπεριφορά του ψαρά, βάλθηκα να σκαρφαλώνω. Και τότε ο ψαράς, παίρνοντας την πιο άγρια έκφραση που έχω δει ποτέ στη ζωή μου, σηκώνει το κουπί που κρατούσε και το κατεβάζει στο δεξί μου πτερύγιο με όλη του τη δύναμη. Άρχισα να τσιρίζω, μέχρι που βούλιαξα και το νερό έπνιξε τις φωνές μου. Με το που ήρθε σε επαφή το αλμυρό νερό με τη πληγή, ένιωσα ένα πολύ δυνατό τσούξιμο και έκλεισα σφιχτά τα μάτια μου. Δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια μου και διαλύονταν στο νερό...
Όταν άνοιξα τα μάτια μου, όλα ήταν κόκκινα και τρόμαξα. Είδα τη βάρκα να φεύγει και ένιωσα να αποτελειώνομαι ψυχικά. Με όσες δυνάμεις μου είχαν απομείνει, δίνω μια και βγαίνω στην επιφάνεια. Για καλή μου τύχη, ένα κομμάτι πάγου περνούσε εκείνη την ώρα δίπλα μου. Μετά από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες κατάφερα να σκαρφαλώσω στη σχετικά λεία επιφάνειά του. Ξάπλωσα κουρασμένη από την προσπάθεια. Το πτερύγιό μου πονούσε, μα πιο πολύ πονούσε η ψυχή μου. Με την οικογένεια αυτή είχαμε περάσει τόσα πολλά μαζί, είχαμε φάει ψωμί και αλάτι. Τι μπορεί να οδήγησε τον ψαρά σε μια τόσο βίαιη πράξη; Και εκεί, πάνω στο κομμάτι πάγου, συνειδητοποίησα πως εγώ ήμουν εν μέρει η αιτία για το βίαιο ξέσπασμα του κυρίου Γιόχαν. Έτσι εξηγούνταν γιατί, εκτός από εκνευρισμό, το βλέμμα του ψαρά είχε και μια μεγάλη δόση λύπης. Του έδινα κάθε δικαίωμα να μη με θέλει κοντά του πια. Πρέπει να με θεωρούσε ένα αχόρταγο τέρας, και μάλιστα σε καιρούς πείνας!
Χωρίς να το καταλάβω, το κύμα με είχε ξεβράσει στην ακτή, μια ακτή που γνώριζα πολύ καλά. Ήμουν πολύ κοντά στο σπίτι του ψαρά! Η μόνη σκέψη μου ήταν να ζητήσω συγνώμη από την οικογένειά μου. Ήμουν όμως πολύ αδύναμη ακόμα και για να κουνηθώ, οπότε ξάπλωσα, σε στερεό έδαφος αυτή τη φορά, και κοιμήθηκα, δεν ξέρω πόσες ώρες... Όταν ξύπνησα, δεν έχασα καθόλου χρόνο. Με όση ταχύτητα μου επέτρεπε να αναπτύξω το χτυπημένο μου πτερύγιο, αλλά με τίμημα πολύτιμη ενέργεια, μπήκα στον χωματόδρομο που οδηγούσε στο σπίτι του ψαρά. Για να με προσέξει ο ψαράς, άρχισα να φωνάζω με όλη μου τη δύναμη διάφορα λόγια συγνώμης στη γλώσσα μου. Σήκωσα και το πτερύγιό μου ψηλά, ώστε να προσέξει και να μη με ακουμπήσει στην πληγή όταν θα ερχόταν κοντά μου. Λίγα λεπτά αργότερα είδα τον ψαρά να με πλησιάζει τρέχοντας και κρατώντας ένα μεγάλο τσεκούρι. Φοβήθηκα τόσο πολύ! Νομίζοντας ότι αυτή τη φορά ο ψαράς θα μου έκοβε το κεφάλι για να μην ξαναγυρίσω στο σπίτι του, δοκίμασα να στρίψω για να φύγω, αλλά μάταια. Δεν είχα πια άλλη δύναμη. Έτσι ξάπλωσα στο πλάι και περίμενα το τέλος μου. Ο ψαράς, με το που κατάλαβε ότι είχα επιστρέψει, άρχισε να κλαίει και να γελάει ταυτόχρονα. Ύστερα, με χάιδεψε και με πήρε στην πλάτη του, προσέχοντας το πτερύγιό μου που αιμορραγούσε. Με κουβάλησε έτσι μέχρι το σπίτι μας, όπου όλοι μου έκαναν την πιο λαμπρή υποδοχή. Η κυρία Άννα μου περιποιήθηκε το πτερύγιό μου και με έβαλε να κάτσω στην αγαπημένη μου θέση δίπλα στη φωτιά. Ο ψαράς είχε πιάσει λίγα ψάρια και φάγαμε όλοι ικανοποιητικά, ακόμα και η μικρή Μάρτα, η οποία είχε αρχίσει να ανακτά τις δυνάμεις της. Σιγά σιγά ο ψαράς άρχισε να πιάνει όλο και περισσότερα ψάρια, ενώ η Μάρτα δυνάμωνε μέρα με τη μέρα. Από τότε ζήσαμε όλοι πολύ ευτυχισμένοι…
Ως τα σήμερα, το περιστατικό αυτό έχει χαραχτεί ανεξίτηλα στη μνήμη μου και με έκανε να συνειδητοποιήσω το πόσο σημαντική είναι για μένα η οικογένειά μου. Με έκανε να καταλάβω ότι πρέπει να συγχωρούμε και να δίνουμε ευκαιρίες σε κάποιον που έκανε κάτι λάθος. Επειδή εμείς τα ζώα αγαπάμε τα αφεντικά μας με ανιδιοτελή αγάπη, παρόλο που ο ψαράς μου έκανε μεγάλο κακό, ξαναγύρισα πίσω για να του προσφέρω την αγάπη μου, δίνοντάς του έτσι την ευκαιρία να επανορθώσει.
Χ. Ειρήνη
Η ιστορία της Ντόρι
Eίμαι η Ντόρι, μια μικρή και γλυκιά φώκια. Ζω στην Ολλανδία μαζί με την οικογένειά μου. Πριν από μερικά χρόνια ένα άσχημο γεγονός είχε ταράξει όλη την οικογένεια… Τι θα λέγατε να σας διηγηθώ την ιστορία μου;
Πριν από κάποια χρόνια, η οικογένειά μου περνούσε μεγάλες φτώχειες. Η χρονιά εκείνη δεν ήταν και πολύ τυχερή για τη δουλειά του πατέρα, που είναι ψαράς, μιας και δεν είχε και πολύ πλούσια ψαριά. Όλο έλεγε: «Αυτό το βρωμόψαρο τρώει την μπουκιά από το στόμα των παιδιών μας! Μου έρχεται να το πάρω και να το πετάξω στη θάλασσα!». Σκεφτόμουν πως λογικά θα εννοούσε το χρυσόψαρο που έχουμε μέσα σε μία μικρή γυάλα. Αχ, το καημένο το χρυσοψαράκι! Είμαστε και φίλοι! Η γυναίκα του ψαρά έπεσε γονατιστή μπροστά του και τον παρακάλεσε λέγοντάς του: «Λυπήσου το δύσμοιρο το ζώο! Τι σου έφταιξε;». Το μόνο που με προβλημάτισε ήταν ότι, όταν του έλεγε αυτά τα λόγια, έδειχνε εμένα… Βέβαια στο σπίτι επικρατούσε μια συνεχής φασαρία. Βλέπετε, τα παιδιά των ανθρώπων θέλουν να τρώνε διαρκώς!
Μία μέρα ο ψαράς με πήρε αγκαλιά και με πήγε στη βάρκα του. Εγώ θεώρησα πως θα πηγαίναμε μια εκδρομή για να δω τους συγγενείς μου. Με πήγε λοιπόν σε ένα ξερονήσι. Εκεί συνάντησα τη θεία μου τη Μόνα, τον παππού μου τον Σεμπάστιαν και την ξαδέλφη μου την Κική. Παίξαμε όλοι μαζί χαρούμενα, ώσπου ξαφνικά συνειδητοποίησα πως η βάρκα του ψαρά είχε φύγει. Ωχ, μάλλον θα είχε ξεχαστεί ο καημενούλης! Αυτό όμως δε με πείραξε καθόλου! Ήξερα καλά τον δρόμο, οπότε κατάφερα να γυρίσω μόνη μου στο σπίτι, και μάλιστα τόσο γρήγορα, που πρόλαβα να κάτσω μπροστά στο τζάκι προτού γυρίσει πίσω ο ψαράς.
Μετά από λίγες μέρες ο ψαράς, αλαλιασμένος από τις φωνές των παιδιών που ζητούσαν φαγητό, αποφάσισε να με πάρει και να πάμε μια βόλτα για να ξεφύγει απ’ την καθημερινότητά του. Με έβαλε πάλι μέσα στη βάρκα του και ξεκινήσαμε τη βόλτα μας. Αυτή τη φορά ο ψαράς ανοίχτηκε πολύ στη θάλασσα. Πέρασε μέχρι και το ξερονήσι που με είχε αφήσει την προηγούμενη φορά. Άρχισα να φοβάμαι! Δεν ήξερα τι να κάνω, πώς να τον σταματήσω. Όταν προσπάθησε να με ρίξει στη θάλασσα, ασυναίσθητα γαντζώθηκα από το κουπί. Αυτός όμως εκνευρισμένος με χτύπησε κατά λάθος με το κουπί, με αποτέλεσμα να μου σπάσει ένα πτερύγιο. Πονούσα τόσο πολύ που έκλαιγα και τσίριζα! Αφέθηκα να χαθώ μες στο νερό…
Μετά από λίγη ώρα βγήκα στην επιφάνεια, μα κανένας δεν ήταν εκεί. Απελπισμένη έψαχνα να βρω τον δρόμο για να γυρίσω πίσω. Έψαχνα όλη τη μέρα μέχρι που βράδιασε. Βλέπετε, είχα και σπασμένο πτερύγιο, οπότε το κολύμπι ήταν πιο δύσκολο από ποτέ. Ευτυχώς, κάποτε κατάφερα να φτάσω στο σπίτι μου! Περίμενα έξω από το κατώφλι του σπιτιού, ενώ συλλογιζόμουν γιατί έγιναν όλα αυτά, και άρχισα να φωνάζω γοερά, για να βγει η οικογένεια έξω και να δει τι συμβαίνει. Όταν τους είδα, ύψωσα στον ουρανό το ματωμένο μου πτερύγιο, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι τους συγχωρώ για ό,τι έγινε. Ο ψαράς με μάζεψε από τον δρόμο και με έβαλε στο σπίτι. Όλοι με αγκάλιαζαν και μου έλεγαν πως δε θα με ξαναφήσουν ποτέ. Με άφησαν να κοιμηθώ μπροστά στο τζάκι για να είμαι ζεστή και να στεγνώσω τη μαλακή μου γούνα.
Από τότε η ζωή μας άλλαξε! Η τύχη χαμογέλασε στον ψαρά και τα ψάρια τα μαζεύαμε με το τσουβάλι. Τα παιδιά ήταν ευτυχισμένα και έπαιζαν ανέμελα με τους φίλους τους και μαζί μου. Όσο για τη μαμά... με φρόντιζε τόσο πολύ, που καμιά φορά, ακόμα και τώρα, της γυρίζω την πλάτη για να της πω «Φτάνει!».
Π. Ελένη - Φ. Χριστίνα
Η ιστορία μου!
Γεια σας! Είμαι η φώκια ενός ψαρά από την Ολλανδία. Η ιστορία μου δεν είναι και τόσο ευχάριστη και χαρούμενη, ωστόσο είναι αληθινή.
Ζούσα με μία ολλανδική οικογένεια, που με πρόσεχε και με αγαπούσε πολύ. Ο ψαράς είχε 4 παιδιά, μικρά σε ηλικία. Περνούσα πολύ ευχάριστα τη ζωή μου εκεί. Κάτι όμως χάλασε αυτή την ήρεμη και ευχάριστη ζωή… Κι αυτό ήταν η μεγάλη περίοδος φτώχειας που περνούσε η οικογένειά μου. Η ψαριά ήτανε κάθε φορά και χειρότερη. Ζήτημα αν υπήρχαν πέντε με έξι ψάρια στα δίχτυα και αυτό τις καλές ημέρες. Αφού υπήρξαν και φορές που δεν τάιζαν ούτε καν εμένα! Τα παιδιά του ψαρά τσίριζαν και φώναζαν από την πείνα. Κι οι δύο μεγάλοι συζητούσαν συνέχεια. Ειδικά ο ψαράς φαινόταν να αντιδρά στην παραμονή κάποιου μέσα στο σπίτι. Δεν είχα καταλάβει όμως ποιου...
Μια μέρα λοιπόν, εκεί που καθόμουνα κοντά στο τζάκι, ο ψαράς με πήρε και με έβαλε στη βάρκα του και με πήγε σε ένα ξερονήσι με άλλες φώκιες. Και ποιον δε συνάντησα εκεί! Τη θεία Γεωργία, τον θείο Γιάννη, τον παππού μου, τη γιαγιά μου και πολλά ξαδέρφια μου. Περνούσα υπέροχα, όμως ήρθε η στιγμή που θα έπρεπε να φύγω. Ελάτε όμως που ο ψαράς είχε κάνει φτερά! Πήρα κι εγώ η δόλια τον δρόμο του γυρισμού με την κοιλιά γεμάτη από ψάρια. Στη μέση λοιπόν της διαδρομής είδα τον ψαρά, δεν πήγα κοντά του όμως. Αντίθετα, έβαλα τα δυνατά μου και έφτασα πρώτα εγώ στο σπίτι για να του κάνω έκπληξη! Μόλις έφτασα, με υποδέχθηκαν τα παιδιά και η γυναίκα του ψαρά. Είχα επιθυμήσει τη ζεστή εκείνη θέση κοντά στο τζάκι και έτσι, αφού τη βρήκα άδεια, πήγα, κάθισα και βάλθηκα να στεγνώνω τη γούνα μου... Ούτε που κατάλαβα πώς πέρασε η ώρα, αλλά ούτε και πότε ήρθε ο ψαράς. Μόλις τον πήρα είδηση, πήγα μπροστά του και προσπάθησα να του δείξω με τον τρόπο μου πόσο τον αποθύμησα και πόσο χαιρόμουνα που τον ξαναέβλεπα. Εκείνος όμως δε συμμερίστηκε τη χαρά μου. Αντιθέτως κιόλας, σαν να μου φάνηκε ότι χλόμιασε και η έκφραση του προσώπου του ήταν σαν να έλεγε από μέσα του «Ε, όχι... Τόσο κόπο έκανα να διώξω αυτό το βρομόψαρο από το σπίτι κι αυτό γύρισε πίσω...». Από την επόμενη κιόλας ημέρα ξανάρχισαν οι περίεργες συζητήσεις με την κυρά του...
Μετά από μια εβδομάδα ξαναμπήκα στη βάρκα του ψαρά. Στην αρχή νόμιζα πως θα με πήγαινε πάλι στο σόι μου, επειδή πέρασα πολύ όμορφα. Όμως η βάρκα μας προσπέρασε το ξερονήσι και δεν είχα ιδέα πού θα πηγαίναμε. Ο ψαράς έκανε κουπί, έκανε... έκανε και σταματημό δεν είχε, ώσπου ξανοιχτήκαμε αρκετά. Τόσο μακριά είχαμε πάει, που δε διέκρινα καν το ξερονήσι. Ξάφνου ένιωσα τα χέρια του ψαρά να με σπρώχνουν μέσα στη θάλασσα! Προσπάθησα να αντισταθώ, να ανεβώ ξανά πάνω στη βάρκα, όμως ο ψαράς με εμπόδιζε. Είχα αρχίσει να κρυώνω πολύ μέσα στο νερό, γιατί ήταν πια αργά και η θερμοκρασία είχε πέσει. Έτσι, με όσες δυνάμεις είχα, επιχείρησα να ανεβώ στη βάρκα για άλλη μια φορά. Μάταια όμως… Ο ψαράς πήρε το κουπί και με χτύπησε στο δεξί πτερύγιό μου. Έβγαλα μια δυνατή στριγκλιά από τον πόνο. Τον ψαρά όμως, απ’ ό,τι φάνηκε, διόλου δεν τον ένοιαξε που εγώ υπέφερα και πήρε το δρόμο της επιστροφής. Τότε κατάλαβα πως για τη φαμίλια του ψαρά δεν ήμουν τίποτε άλλο παρά ένας μπελάς. Κι ότι επίσης η μόνη λύση για να δουν κι αυτοί μια άσπρη μέρα ήταν να με διώξουν τελείως από το σπιτικό τους…
Μπόρεσα ευτυχώς να βρω το ξερονήσι όπου κατοικούσε το σόι μου και άλλες πολλές φώκιες. Έμεινα εκεί αρκετά για να συνέλθω, όμως, παρ’ όλο που έφαγα καλά και είχα αγαπητά πρόσωπα γύρω μου, στον νου μου ερχόταν ο ψαράς, η γυναίκα του, τα παιδιά και πολλές όμορφες εικόνες κι εμπειρίες που έζησα μ’ αυτή την οικογένεια… Η επιθυμία μου να τους ξαναδώ φούντωσε τόσο, που πήρα τον δρόμο προς την καλύβα του ψαρά. Έκανα πολλή ώρα να τη βρω, αλλά τελικά τα κατάφερα! Άρχισα να τσιρίζω και να φωνάζω προκειμένου να με ακούσουν. Κάποια στιγμή μου άνοιξαν και στην πόρτα στεκόταν ο ψαράς. Σαν να μου φάνηκε συγκινημένος. Εγώ τότε σήκωσα ψηλά το πληγωμένο μου πτερύγιο. Μετά από λίγη ώρα ήρθε η κυρά του και με έβαλε μέσα στην καλύβα. Με περιποιήθηκαν όσο δε γίνεται και με άφησαν να ξεκουραστώ. Ένιωθα απίστευτα χαρούμενη που θα ξαναγυρνούσα στην παλιά μου ζωή!
Τελικά, όντως ο ψαράς δε με ξαναέδιωξε από το σπίτι, ούτε καν το σκέφτηκε δηλαδή. Κι εγώ όμως, παρόλο που δεν παύω να είμαι ένα ζώο, βοηθούσα όσο μπορούσα την οικογένεια και έτρωγα ό,τι μου αναλογούσε, χωρίς υπερβολές. Και το καλύτερο όλων είναι πως έπιασα δουλειά...! Βοηθούσα κάθε φορά τον ψαρά και η ψαριά ήταν όλο και καλύτερη! :)
Χ. Νεφέλη
Άλλοι ζωγράφισαν σκηνές από την ιστορία της φώκιας...
Η φώκια και ο ψαράς
Π. Στάθης
Σ. Αντώνης
Η επιστροφή της φώκιας
Ρ. Νίκος
Ή προτίμησαν να περιγράψουν σε πρώτο πρόσωπο ένα ζώο που απειλείται από τον άνθρωπο.
Λύγκας
Γεια σας! Το όνομά μου είναι Λούκας και είμαι ένα είδος λύγκα. Παράξενο δεν σας ακούγεται; Εμένα που με βλέπετε μπορώ να φτάσω τα 1,20 μέτρα και να γίνω μέχρι 70 εκατοστά ψηλός. Αλλά μένω πάντα αδύνατος, το πολύ μέχρι τα 35 κιλά να φτάσω. Τα μπροστινά μου πόδια είναι πιο κοντά από τα πίσω και η ουρά μου είναι πιο κοντή από αυτήν των άλλων αιλουροειδών. Έχω στρόγγυλο κεφάλι με γένια σε άσπρο χρώμα, ενώ άσπρο είναι και το στήθος και η κοιλιά μου. Το χρώμα της πυκνής γούνας που καλύπτει το σώμα μου ποικίλει από μπεζ και γκρι μέχρι κοκκινωπό και καφέ.
Τώρα πια ζω μόνο στα μεγάλα δάση των σκανδιναβικών χωρών, κι αυτό γιατί ΕΣΕΙΣ στην Ελλάδα με κυνηγάτε για την ωραία γούνα μου. Επίσης, μου στερείτε την τροφή στο φυσικό μου περιβάλλον, με αποτέλεσμα να στραφώ στα οικόσιτα ζώα. Σαρκοφάγο είμαι κι εγώ, να μείνω νηστικός; Εσείς συνεχίζετε να με σκοτώνετε, με αποτέλεσμα να έχουν μείνει μόνο λίγοι συγγενείς μου στις κορυφές της Πίνδου και ακόμα λιγότεροι σε ολόκληρο τον κόσμο.
Μπράβο άνθρωπε, τα κατάφερες ΞΑΝΑ!
Τ. Ολυμπία
Δελφίνι
Είμαι ένα από τα ομορφότερα πλάσματα που ζουν στις Ελληνικές θάλασσες. Είμαι πολύ γρήγορο, ενώ μπορώ να καταδυθώ σε μεγάλα βάθη. Το μήκος μου φτάνει τα 1.5-2 μέτρα και το βάρος μου τα 75-90 κιλά. Η ράχη μου είναι σκούρα μπλε - γκρι, η κοιλιά μου ασπροκίτρινη και η ουρά μου ανοιχτόχρωμη γκρι. Ζω σε παράκτια ρηχά νερά, αλλά και σε βαθιά νερά μακριά από τις ακτές. Μπορώ να φτάσω σε ηλικία τα 20 χρόνια και τρέφομαι με μικρά αφρόψαρα, όπως η σαρδέλα, και με κεφαλόποδα (καλαμάρια, θράψαλα). Ζω σε κοπάδια των 10-15 ατόμων.
Είναι γνωστή η αλληλεγγύη που υπάρχει στα μέλη της ομάδας μας. Αν ένα δελφίνι τραυματιστεί, τα υπόλοιπα το στηρίζουμε, για να μπορεί να μείνει στην επιφάνεια και να αναπνεύσει. Έχουμε ένα σύστημα ηχοεντοπισμού με τη βοήθεια του οποίου προσανατολιζόμαστε, εντοπίζουμε την τροφή μας και επικοινωνούμε μεταξύ μας. Μια επικοινωνία παιχνιδιάρικη, κοινωνική και ερωτική…
Είμαστε «εφευρέτες» του συστήματος σόναρ, εξαιρετικοί ακροβάτες, δεινοί κολυμβητές, οι πλέον κοινωνικοί κάτοικοι των ελληνικών θαλασσών. Έχουμε κερδίσει τον θαυμασμό σας με το σπαθί μας… ή μάλλον με το βλέμμα μας!
Παρότι είμαστε τόσο αξιαγάπητα, ο άνθρωπος παραμένει ο μοναδικός φυσικός μας εχθρός. Πετρελαϊκή ρύπανση, μόλυνση από τη συσσώρευση τεχνητών χημικών ενώσεων στους ιστούς μας, κλιματική αλλαγή, ηχορύπανση, παρενόχληση από σκάφη αναψυχής, στρατιωτικές ασκήσεις και έρευνες για υδρογονάνθρακες απειλούν όλα τα είδη δελφινιών, αλλά και τα υπόλοιπα θαλάσσια θηλαστικά.
Τσ. Ευαγγελία
Αρκούδα
Γεια σας! Eίμαι ο Boog και είμαι μια καφέ αρκούδα. Αυτοί εκεί πίσω είναι η οικογένειά μου, αλλά πιο καλά φαίνεται ο αδελφός μου, που είναι δίπλα μου. Η αλήθεια είναι πως σ’ αυτή τη φωτογραφία βγήκα πολύ λυπημένος… Πράγματι, είμαι στεναχωρημένος και φοβισμένος. Φοβάμαι τους ανθρώπους, γιατί θέλουν να με σκοτώσουν για να με κάνουν γούνα τους ή χαλί τους! Αναγκαστικά μετακινούμαστε συχνά με την οικογένεια μου μέχρι να βρούμε ένα ασφαλές μέρος.
Μήπως μπορείτε να με βοηθήσετε;
Χ. Θοδωρής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.