Στο πλαίσιο της διδασκαλίας του διηγήματος της Έλλης Αλεξίου "Όμως ο μπαμπάς δεν ερχόταν..." οι μαθητές και οι μαθήτριες της Β΄ Γυμνασίου ζωγράφισαν...
Τα δυο αδέλφια
Κ. Αθηνά, Β1
Ν. Θωμάς, Β2
Η Αγγελικούλα
Τ. Ολυμπία, Β3Σκ. Δέσποινα, Β3
Ο σιδερόδρομος
Κ. Κυριακή, Β1Κ. Μαριάνθη, Β1
Τ. Ειρήνη, Β3
Ρ. Μαρία, Β3
Μπροστά στη βιτρίνα
Α. Λευτέρης, Β1
Ν. Μαρία, Β2
Μ. Τζωρτζίνα, Β2
Χ. Θοδωρής, Β3
Έκαναν τη δική τους πρόταση για το οπισθόφυλλο του διηγήματος...
Μέρες γιορτινές, Χριστούγεννα… Μία μητέρα που θέλει να φροντίσει τα παιδιά της αναγκάζεται να ζητιανέψει. Τα παιδιά ονειρεύονται να γυρίσει ο πατέρας τους από την εξορία και να αποκτήσουν τον σιδηρόδρομο που θαυμάζουν κάθε μέρα στη βιτρίνα. Υπάρχει όμως και η θλιβερή πραγματικότητα…
Άραγε θα βγουν αληθινά τα όνειρα των παιδιών;
Λ. Βαλεντίνη, Β1
Στη μετεμφυλιακή Ελλάδα τις γιορτινές μέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς το τζάμι της βιτρίνας ενός καταστήματος χωρίζει τη φτώχεια και τη δυστυχία των μικρών παιδιών από το δικαίωμά τους στο όνειρο και την παιδική ηλικία. Ένα δικαίωμα που και στη δική μας εποχή δυστυχώς πολλά παιδιά στερούνται…
Στ. Θοδωρής, Β3
Μετεμφυλιακή εποχή, Χριστούγεννα… Αλλά για την οικογένεια του διηγήματος τα Χριστούγεννα είναι διαφορετικά. Ο πατέρας λείπει στην εξορία και η μητέρα, για να ζήσει τα δύο της παιδιά, αναγκάζεται να βγάλει χρήματα με έναν άλλο τρόπο… Τα παιδιά ζητούν για χριστουγεννιάτικο δώρο ένα ακριβό παιχνίδι και είναι σίγουρα πως ο μπαμπάς τους θα γυρίσει και θα τους το αγοράσει. Θα πραγματοποιηθεί η επιθυμία τους;
Χ. Νεφέλη, Β3
Άλλοι/ες έγραψαν μια σελίδα στο ημερολόγιο του Πέτρου, της Αγγελικούλας ή της μητέρας τους...
Από το ημερολόγιο του Πέτρου
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Περιμένω με ανυπομονησία τον μπαμπά να έρθει από την εξορία. Θέλω πολύ να μου αγοράσει τον σιδερόδρομο, που η μαμά λέει πως είναι πολύ ακριβός για μας. Όμως ο μπαμπάς πρέπει να έρθει γρήγορα, γιατί φοβάμαι πως κάποιο άλλο παιδί θα προλάβει να τον πάρει... Αύριο μου είπε η μαμά ότι θα ξαναπάμε στην οδός Αιόλου. Θα πω στην Αγγελικούλα να πάμε αμέσως στη βιτρίνα που είναι ο σιδερόδρομος. Μακάρι να μην έχει πουληθεί…
Α. Γιώργος, Β1
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Από χτες η μαμά μας είχε πει ότι θα πάμε στην οδό Αιόλου για να χαζέψουμε τα μαγαζιά και να πούμε τα κάλαντα της εξορίας, μήπως και βρεθεί κανένας καλός άνθρωπος να μας δώσει λεφτά. Μόλις ξυπνήσαμε σήμερα το πρωί, η Αγγελικούλα ρωτούσε συνέχεια τη μαμά ποτέ θα φύγουμε. Αλλά κι εγώ βιαζόμουν… Ανυπομονούσα να ξεκινήσουμε να λέμε τα κάλαντα για να μαζέψουμε πολλά λεφτά, μπας και η μαμά μου πάρει τον σιδηρόδρομο που λαχταρώ για χριστουγεννιάτικο δώρο. Η μαμά όμως μου είπε ότι κοστίζει πολλά… Αλλά θα μας τον αγοράσει ο μπαμπάς όταν έρθει από την εξορία, δηλαδή το πολύ μέχρι την Πρωτοχρονιά!
Στην οδό Αιόλου έψαχνα να βρω τον σιδηρόδρομο... Είπα στην Αγγελικούλα να είναι κοντά μου και μετά θα πάμε όπου θέλει αυτή. Μπροστά στη βιτρίνα υπήρχαν τόσα παιδιά που τον θαύμαζαν! Και όλα έλεγαν πώς θα τον αποκτούσαν… Ο ένας έλεγε πως θα του τον έπαιρνε ο νονός του, ο άλλος ο θείος του, ώσπου έκανα κι εγώ την κίνηση να πω ότι εμένα θα μου τον πάρει ο μπαμπάς μου. Τότε με ρώτησε ο γιος ενός καθηγητή άμα ξέρω ότι είναι ακριβός ο σιδηρόδρομος κι εγώ του είπα ότι το ξέρω, αλλά ντράπηκα κιόλας λίγο…
Λες, ημερολόγιό μου, να μην τον πάρω τελικά; Μπα, δεν το πιστεύω…
Ν. Λεωνίδας, Β2
24 Δεκεμβρίου
Σήμερα στην οδό Αιόλου, όπου πήγαμε για να ζητιανέψει η μαμά, θαύμασα από κοντά τον ξακουστό σιδηρόδρομο για τον οποίο μιλάνε όλα τα παιδιά στο σχολείο. Είναι το καλύτερο παιχνίδι που υπάρχει! Είναι μεγάλος, σύγχρονος, αστραφτερός… Σκέτο όνειρο! Είναι όμως πολύ ακριβός και η μητέρα μου είπε ότι δεν μπορούμε να τον αγοράσουμε αν δεν επιστρέψει ο μπαμπάς, που είναι στην εξορία. Εκεί τον έστειλαν κάποιοι κακοί άνθρωποι, λέει η μαμά. Έτσι, θα λείπει τα Χριστούγεννα, αλλά θα έρθει την Πρωτοχρονιά. Φοβάμαι όμως πως μέχρι να γυρίσει ο μπαμπάς θα έχει πουληθεί ο σιδηρόδρομος... Είναι τόσο πολλά τα παιδιά που θέλουν να τον αποκτήσουν! …
Αύριο θα ξημερώσουν Χριστούγεννα. Όμως εγώ δεν έχω κανένα λόγο να τα περιμένω με χαρά… Το μόνο που με παρηγορεί είναι ότι την Πρωτοχρονιά θα επιστρέψει ο πατέρας μου και θα φέρει και τον σιδηρόδρομο μαζί του!
Π. Ελένη, Β3
Από το ημερολόγιο της Αγγελικούλας
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Σήμερα η μαμά μάς πήρε μαζί της στη δουλειά, στην οδός Αιόλου. Δεν κατάλαβα τι ακριβώς έκανε, μα όσο εκείνη δούλευε εμείς χαζεύαμε τον κόσμο και τις βιτρίνες. Στην αρχή πήρα μια τρομάρα! Έχασα τον Πέτρο και από τον πολύ κόσμο δεν έβλεπα ούτε τη μαμά μου που στεκόταν στη γωνία, μα μετά βρεθήκαμε. Φταίει που άλλο ήθελε να δει ο Πέτρος και άλλο εγώ, κι έτσι, ενώ ήμασταν πιασμένοι χεράκι-χεράκι όπως μας είπε η μαμά, εκείνος με τραβούσε κατά τη βιτρίνα με τον σιδερόδρομο κι εγώ τον τραβούσα κατά το τζάμι με την κούκλα. Τέτοια κούκλα δεν έχω δει στη ζωή μου! Κουνούσε το κεφάλι της από τη μία κι απ’ την άλλη και ανοιγόκλεινε τα μάτια της, σαν να ήταν ζωντανή. Αφού, την ώρα που την κοιτούσα, μου φάνηκε ότι με κοίταζε κι αυτή! Αλλά ο σιδερόδρομος ήταν το κάτι άλλο… Και πόσα παιδιά μπροστά στο τζάμι! Ανέβαινε και κατέβαινε στο βουνό, περνούσε ένα ποτάμι πάνω από μια γέφυρα, χωνόταν σ’ ένα τρυπημένο βουνό… Κι εκεί που σκεφτόσουν πού χάθηκε, να τος πάλι ξανά! Δε χόρταινα να τον κοιτάζω. Κι όλο μ’ έσπρωχναν τα παιδιά… Αλλά εγώ και ο Πέτρος εκεί, δεν κουνιόμασταν σαν να ήμασταν καρφωμένοι. Ένα παιδί είπε ότι είναι πολύ ακριβός ο σιδερόδρομος και πρέπει ο μπαμπάς σου να έχει πολλά λεφτά για να τον αγοράσει…
Στο σπίτι ο Πέτρος ρώτησε τη μαμά για τον σιδερόδρομο κι εκείνη του είπε ότι θα έρθει ο μπαμπάς από την εξορία πριν από την Πρωτοχρονιά και θα του τον πάρει. Κι όταν έρθει, πώς θα μας γνωρίσει και θα τον γνωρίσουμε, αφού δεν τον ξέρουμε;
Αύριο πάλι θα πάμε στην οδός Αιόλου. Αχ, μακάρι να έρθει ο μπαμπάς και να κάνουμε Χριστούγεννα όλοι μαζί, κι ας μη μας πάρει τον σιδερόδρομο…
Στ. Θοδωρής, Β3
Από το ημερολόγιο της μητέρας
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Σήμερα ήταν μια πολύ δύσκολη μέρα. Πήγα μαζί με τα παιδάκια μου στην οδός Αιόλου για να ζητιανέψω. Είχε πολύ κρύο, τα χιλιοφορεμένα ρούχα μας δε μας προστάτευαν από τον παγετό… Ομολογώ πως ντρεπόμουν, αλλά τι άλλο μπορώ να κάνω, μόνη γυναίκα, για να ζήσω τα παιδιά μου; Ζήλευα τις καλοντυμένες κυρίες με τα ακριβοραμμένα φορέματά τους και τα ολόχρυσα σκουλαρίκια τους. Αχ, να τις έβλεπες τι αέρα που είχαν, πόσες σακούλες κρατούσαν, γεμάτες ρούχα και δώρα! Κάτι τέτοιες ώρες μου λείπει ακόμα πιο πολύ ο άντρας μου… Κι από ό,τι φαίνεται και στα παιδιά λείπει ο μπαμπάς τους, αν και δεν τον γνώρισαν, ούτε καταλαβαίνουν καλά καλά γιατί δεν είναι μαζί μας. Χριστούγεννα είναι αυτά; Όχι για μένα και τα παιδιά μου, πάντως… Δίνω καθημερινά αγώνα με τη φτώχεια και την πείνα! Δεν έχω ένα ζευγάρι παπούτσια να φορέσω σαν άνθρωπος, ούτε καν μπορώ να ταΐσω τα παιδιά μου! Πονάω γι’ αυτά και ανησυχώ για το μέλλον τους… Το μόνο που τους δίνει χαρά είναι αυτός ο σιδερόδρομος που κάνει, λέει, στροφές, προχωράει, ανεβαίνει βουνά… Ένα παιχνίδι κομμένο και ραμμένο για τα πλουσιόπαιδα, πολύ ακριβό για τις δικές μας τσέπες. Ο γιος μου έχει ξετρελαθεί μαζί του και τον ζητάει για δώρο! Τι να του πω; Εδώ δεν έχουμε να φάμε… Ωστόσο… μάνα είμαι. Είδα τη θλίψη στο πρόσωπό του και με έπιασε στενοχώρια.
Με παίρνει το παράπονο… Γιατί εγώ που δουλεύω σκληρά όλη μου τη ζωή να μην μπορώ να αγοράσω ένα κομμάτι ψωμί και ο Κ. και η Κα. Τάδε αυτό το κομμάτι να το πετάνε στα σκουπίδια; Γιατί οι φτωχοί ανθρώποι να παλεύουν για ένα γεύμα που πετιέται στα σκουπίδια των πλουσίων; Μα τι κόσμος είναι αυτός επιτέλους; Πότε τα Χριστούγεννα θα είναι και για εμάς ένας φωτεινός σιδερόδρομος; Πιστεύω σ’ ένα καλύτερο αύριο και το περιμένω να έρθει… Περιμένω πώς και πώς την ώρα και τη στιγμή που θα πετάξω από πάνω μου αυτό μπαλωμένο φόρεμα και δε θα έχω ανάγκη να ζητιανεύω στους δρόμους. Αλλά αυτό που επιθυμώ περισσότερο είναι να γυρίσει ο άντρας μου και μαζί του η χαρά στην οικογένειά μας…
Φ. Χριστίνα, Β3
...Ή προτίμησαν να γράψουν αφηγηματικά κείμενα, υιοθετώντας την οπτική γωνία κάποιου από τους ήρωες του διηγήματος.
Ο Πέτρος αφηγείται…
Παραμονές Χριστουγέννων βρεθήκαμε με τη μαμά και την Αγγελικούλα στην οδός Αιόλου. Η μαμά πήγε να ζητιανέψει και εμείς να πούμε τα κάλαντα της εξορίας, μήπως και μαζέψουμε λίγα λεφτά. Όμως εγώ και η Αγγελικούλα πιο πολύ θέλαμε να δούμε τα παιγνίδια στις βιτρίνες και πάνω απ’ όλα εκείνον τον ωραίο, μεγάλο σιδερόδρομο. Αχ, κι αυτός ο σιδερόδρομος… Πόσο τον θέλω! Η μαμά λέει πως αυτά τα παιγνίδια είναι ακριβά για μας και πως μόνο όταν έρθει ο μπαμπάς ίσως μπορέσουμε να τ’ αγοράσουμε. Μας είπε όμως επίσης πως οι κακοί άνθρωποι θα τον αφήσουν να έρθει πριν από την Πρωτοχρονιά. Εμένα και της αδελφούλας μου μας λείπει πολύ, αν και δεν τον έχουμε γνωρίσει…
Μπροστά στη βιτρίνα είχαν μαζευτεί πολλά παιδιά και όλα φώναζαν ενθουσιασμένα. Το παιδί ενός καθηγητή είπε πως τον σιδερόδρομο θα του τον αγοράσει ο πατέρας του, που θα του δώσουν δύο μισθούς για τις γιορτές. Ένα άλλο παιδί έλεγε πως θα του τον αγοράσει ο νονός του, ένα άλλο πως όλη του η οικογένεια θα δώσει λεφτά για να τον αποκτήσει… Εγώ δεν κρατήθηκα και είπα πως εμάς θα μας τον αγοράσει ο μπαμπάς μας. Τότε όλοι γύρισαν και μας κοίταξαν με περίεργο βλέμμα, αλλά γιατί; Το παιδί του καθηγητή με ρώτησε τι δουλειά κάνει ο μπαμπάς μου κι εγώ του απάντησα πως είναι στην εξορία, αλλά θα έρθει πριν από την Πρωτοχρονιά. Τέλος, μου είπε πως ο σιδερόδρομος είναι πολύ ακριβός και πως ο μπαμπάς του θα έδινε τον μισό μισθό απ’ αυτόν που θα τους δώσουν για τις γιορτές για να του τον αγοράσει. Αυτό το παιδί μου φάνηκε πολύ επιδεικτικό…
Όμως οι μέρες περνάνε… Πέρασε η Πρωτοχρονιά και κοντεύουν τα Φώτα. Κάθε μέρα πηγαίνουμε στη βιτρίνα να δούμε αν ο σιδερόδρομος είναι ακόμα εκεί ή έχει πουληθεί. Σήμερα το πρωί είδα πως είχαν αγοραστεί όλα τα άλλα παιγνίδια και ο σιδερόδρομος είχε μείνει μοναχός... Συναντήσαμε εκεί και τα άλλα παιδιά. Τελικά, κανένα δεν κατάφερε να τον αποκτήσει. Πολύ στενόχωρες γιορτές οι φετινές… Ο μπαμπάς, που με τόση λαχτάρα περιμέναμε, δεν ήρθε από την εξορία. Μα η μαμά μας είπε πως του χρόνου όλα θα έχουν αλλάξει και οι κακοί άνθρωποι θα έχουν φύγει. Τότε θα γυρίσει κι ο μπαμπάς, και τα Χριστούγεννά μας θα είναι τελείως διαφορετικά…
Σ. Κωνσταντίνα, Β3
Οι σκέψεις της μητέρας
Ήρθαν οι γιορτές και δε με φώναξαν ούτε για καθάρισμα ούτε για άσπρισμα! Είπα κι εγώ να πάω να διακονέψω. Τι άλλο μου έμενε να κάνω; Στην οδός Αιόλου, στην καρδιά της αγοράς, πίστευα ότι κάτι θα μου έδιναν οι περαστικοί, αλλά τίποτα κι από εκεί, μόνο κάτι ψίχουλα… Κι έχω και τα παιδιά μου που μου ζητούν δώρα!
Ο Πέτρος θέλει έναν σιδερόδρομο, ένα από τα πιο ακριβά παιχνίδια που έχουν οι βιτρίνες, κι η Αγγελικούλα μου μια κούκλα, που κι αυτή δεν τη λες φτηνή… Αλλά και φτηνά να ήταν τα δώρα που θέλουν, πάλι δε θα μπορούσα να τα αγοράσω. Πόσο θα ήθελα να προσφέρω στα παιδιά μου τα πάντα, αλλά ζούμε σε δύσκολες εποχές… Χωρίς τον άντρα μου και χωρίς δουλειά δεν έχουμε ούτε για τα βασικά. Ελπίζω να βρούμε χρήματα για ένα αξιοπρεπές γεύμα τουλάχιστον τα Χριστούγεννα...
Δε θέλω να δω τα παιδιά μου λυπημένα… Είναι γιορτές και τους λείπει πολύ ο πατέρας τους. Τους δίνω το μόνο που μπορώ, την ελπίδα ότι ο μπαμπάς τους θα γυρίσει μέχρι την Πρωτοχρονιά. Σίγουρα θ’ απογοητευτούν μόλις δουν ότι ούτε φέτος θα επιστρέψει, αλλά εγώ θέλω να πιστεύουν και να ελπίζουν ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες και για την οικογένειά μας…
Μ. Αναστασία, Β2
Η Αγγελικούλα, μεγάλη πια, θυμάται…
Ποτέ δε θα ξεχάσω εκείνα τα Χριστούγεννα… Ο μπαμπάς μας ήταν ακόμα στην εξορία και η καημένη η μάνα μας δεν έβρισκε δουλειά. Έτσι, δεν είχε άλλη επιλογή από τη ζητιανιά… Μας έπαιρνε κι εμάς μαζί της στην οδό Αιόλου, να χαζεύουμε τις βιτρίνες των μαγαζιών, να λέμε και τα κάλαντα της εξορίας.
Πόσες φορές δεν κοντέψαμε να χαθούμε! Ο αδελφός μου έψαχνε έναν μεγάλο σιδηρόδρομο, που τον θέλανε όλα τα παιδιά, κι εγώ από ό,τι θυμάμαι, είχα εντυπωσιαστεί από μια κούκλα που κουνούσε το κεφάλι της δεξιά κι αριστερά και ανοιγόκλεινε τα μάτια της. Μπροστά στη βιτρίνα με τον σιδηρόδρομο ήταν μαζεμένο ένα πλήθος παιδιών, που τον θαύμαζαν και φώναζαν ενθουσιασμένα. Το κάθε παιδί έλεγε πως αυτό θα τον πάρει για χριστουγεννιάτικο δώρο. Ξεθαρρεύτηκε κι ο αδελφός μου και είπε πως εμάς θα μας τον αγοράσει ο μπαμπάς μας όταν έρθει από την εξορία. Κι αυτός σαν παιδί έλπιζε και ονειρευόταν…
Δεν ήταν όμως μόνο το δώρο… Λαχταρούσαμε και τον πατέρα μας, που δεν τον είχαμε γνωρίσει. Για να μας παρηγορήσει, η μαμά μας έλεγε πως ο μπαμπάς θα έρθει πριν την Πρωτοχρονιά και θα μας πάρει τον σιδηρόδρομο, πως οι καλοί μπαμπάδες θα γυρνούσαν πίσω και οι κακοί άνθρωποι θα έφευγαν. Απίστευτο το κουράγιο της μανούλας μου!
Όμως πέρασε και η Πρωτοχρονιά, και ούτε ο σιδηρόδρομος έφυγε από τη βιτρίνα, ούτε ο μπαμπάς μας ήρθε. Ήταν δύσκολοι καιροί…
Ε. Νίνα, Β1
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.